Δευτέρα 15 Μαΐου 2017

Μίκαελ Λάουντρουπ

Ο Δανός επιθετικός και επιθετικός μέσος Μίκαελ Λάουντρουπ (Michael Laudrup), γεννήθηκε στις 15 Ιουνίου του 1964, στο Φρεντέρικσμπεργκ, κοντά στη Κοπεγχάγη. Θεωρείται από πολλούς ειδικούς του ποδοσφαίρου ως ένας από τους Καλύτερους Παίκτες της γενιάς του. Είναι ο μεγαλύτερος αδελφός του επίσης επαγγελματία ποδοσφαιριστή Μπρίαν Λάουντρουπ (Brian Laudrup). Κατά τη διάρκεια σταδιοδρομίας του, κέρδισε τίτλους πρωταθλητή με τον Άγιαξ, τη Μπαρτσελόνα, τη Ρεάλ Μαδρίτης και τη Γιουβέντους, παίζοντας κυρίως ως μεσοεπιθετικός, αν και ήταν επίσης σε θέση να παίξει σε όλες τις θέσεις της επίθεσης. Ποδοσφαιριστής  με ξαφνικές ενέργειες, θαυμάσια τεχνική σε πλήρη κίνηση, μπρίο και ουσία στο παιχνίδι του, ένας Παγκόσμιας Κλάσης πλέι μέικερ, κατέκτησε πολλούς τίτλους κατά τη διάρκεια της λαμπρής σταδιοδρομίας του, αγωνιζόμενος με τα χρώματα σπουδαίων ευρωπαϊκών συλλόγων! Ήταν μέλος της Ντριμ Τιμ του Γιόχαν Κρόιφ (Johan Cruyff) στη Μπαρτσελόνα, όπου κέρδισε 9 τρόπαια, μεταξύ των οποίων 4 διαδοχικούς τίτλους της ισπανικής La Liga (1991-1994) και το Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1992. Μετακόμισε στην αιώνια αντίπαλο, τη Ρεάλ Μαδρίτης το 1994, με την οποία κέρδισε το πέμπτο του σερί τίτλο στη La Liga.


Έκανε το ντεμπούτο του για την εθνική ομάδα της Δανίας, στα 18α  γενέθλιά του το 1982 και σκόραρε 37 γκολ σε 104 εμφανίσεις. Πρωταγωνίστησε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1986, ενώ από τον Νοέμβριο του 1994, ήταν ο αρχηγός της Δανίας για 28 αγώνες, συμπεριλαμβανομένου του νικηφόρου Κυπέλλου Συνομοσπονδιών του 1995. Έπαιξε μαζί με τον αδελφό του στην ομάδα που έφτασε στα προημιτελικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1998, και αποσύρθηκε από την ενεργό δράση μετά το τουρνουά. Το 1999, ψηφίστηκε ως ο Καλύτερος Ξένος Παίκτης στο ισπανικό ποδόσφαιρο για τα προηγούμενα 25 χρόνια και τον Απρίλιο του 2000 χρίστηκε Ιππότης του Τάγματος του Ντάνεμποργκ στη πατρίδα του. Τον Νοέμβριο του 2003, στο πλαίσιο των εορτασμών του Χρυσού Ιωβιλαίου της UEFA, επιλέχτηκε ως ο Χρυσός Παίκτης της Δανίας από την Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία της χώρας ως ο πιο Σημαντικός Παίκτης τους τα τελευταία 50 χρόνια. Ονομάστηκε επίσημα ως ο Καλύτερος Δανός Ποδοσφαιριστής Όλων των Εποχών από τη Δανική Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου (ΟΒϋ) τον Νοέμβριο του 2006. Ονομάστηκε από Πελέ (Edson Arantes do Nascimento, ‘’Pelé’’) στον κατάλογο FIFA 100 των 125 Εν Ζωή Μεγαλύτερων Παικτών του Κόσμου, τον Μάρτιο του 2004. Τον Απρίλιο του 2013, ονομάστηκε από την ισπανική εφημερίδα Marca στη Καλύτερη 11άδα Ξένων στην ιστορία της Ρεάλ Μαδρίτης. Θεωρείται από πολλούς ειδικούς του ποδοσφαίρου ως ο Μεγαλύτερος Σκανδιναβός Ποδοσφαιριστής στην ιστορία, μπροστά και από τον Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς (Zlatan Ibrahimovic).


Μετά τη απόσυρσή του ασχολήθηκε με τη προπονητική και έγινε βοηθός προπονητή στην δανική εθνική ομάδα. Πήρε την πρώτη του δουλειά στην πρώην ομάδα του, τη Μπρόντμπι το 2002, την οποία οδήγησε στον δανικό τίτλο το 2005. Επέλεξε να μην επεκτείνει το συμβόλαιό του και τον Μάιο του 2006, ανέλαβε προπονητής της Χετάφε, στη Μαδρίτη, έχοντας αξιοσημείωτη επιτυχία. Πέτυχε ιστορικές προκρίσεις στο ισπανικό Κύπελλο, φτάνοντας στον τελικό το 2008 και στο Κύπελλο UEFA, ενώ επαινέθηκε για το επιθετικό ύφος της ομάδας. Στις 15 Ιουνίου του 2012, διορίστηκε προπονητής στην Σουόνσι, υπογράφοντας συμβόλαιο δύο ετών. Στην πρώτη του σεζόν στη νότια Ουαλία, κατέκτησε το Λιγκ Καπ, το πρώτο μεγάλο εθνικό τρόπαιο στην ιστορία των 100 χρόνων του συλλόγου. Στις 4 Φεβρουαρίου του 2014 απολύθηκε, μετά από μια «σημαντική» πτώση στην Premier League, αφήνοντας τη δύο βαθμούς πάνω από τη ζώνη του υποβιβασμού.


Προέρχεται από ποδοσφαιρική οικογένεια μιας και ο πατέρας του, Φιν (Finn Laudrup),  υπήρξε διεθνής την δεκαετία του 1970. Έκανε τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα στη Βανλόζε. Όταν ο πατέρας του αγωνίστηκε για τη Μπρόντμπι το 1973, η οικογένεια μετακόμισε εκεί και τόσο αυτός όσο και ο αδελφός του Μπρίαν (Brian Laudrup) άρχισαν να παίζουν για τον σύλλογο.  Ο Μικάελ ακολούθησε τον πατέρα του στη Κοπεγχάγη το 1976, ενώ ο Μπρίαν παρέμεινε στη Μπρόντμπι. Με τους πρωτευουσιάνους έμελλε να πραγματοποιήσει το επαγγελματικό του ντεμπούτο, το 1981. Επέστρεψε στη Μπρόντμπι και το 1983 κι ενώ είχε συμπληρώσει 38 συμμετοχές με τους «κίτρινους», έχοντας στείλει τη μπάλα 24 φορές στα αντίπαλα δίχτυα, έκανε το μεγάλο άλμα στην καριέρα του υπογράφοντας στη Γιουβέντους! Οι «μπιανκονέρι», όμως, τον έδωσαν αμέσως δανεικό στη Λάτσιο, μιας και είχαν συμπληρωμένες τις θέσεις ξένων με τον Μισέλ Πλατινί (Michel Platini) και τον Ζμπίγκνιου Μπόνιεκ (Zbigniew Boniek). Ο Σκανδιναβός επιθετικός ανήκε για δύο σεζόν στους «λατσιάλι» (60 ματς/9 γκολ) και έπειτα επέστρεψε στην ομάδα του Τορίνο.


Αποδείχθηκε, ότι το σκληρό παιχνίδι των Ιταλών αμυντικών δεν του ταίριαζε. Παρότι κατέκτησε το Διηπειρωτικό Κύπελλο του 1985 και το πρωτάθλημα του 1986 με τη «Γηραιά Κυρία», το 1989 αποδέχθηκε την πρόταση του Γιόχαν Κρόιφ (Johan Cruyff) να συνεχίσει την καριέρα του στη Μπαρτσελόνα. Με τους «μπλαουγκράνα» από το 1991 ως το 1994 πανηγύρισε 4 συνεχόμενα πρωταθλήματα, ένα Κύπελλο Ισπανίας, 2 ισπανικά Σούπερ Καπ, το Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1992 και το ευρωπαϊκό Σούπερ Καπ της Ίδιας χρονιάς! Ενοχλημένος από την κριτική που του ασκούσε ο Ολλανδός προπονητής του το 1994 μετακόμισε στην «αιώνια» αντίπαλο τους, τη Ρεάλ Μαδρίτης! Μάλιστα, την ίδια χρονιά, οδήγησε τη «Βασίλισσα» στην κατάκτηση του πρωταθλήματος και σε νίκη με 5-0 επί της... Μπαρτσελόνα!


Το 1996 αποδεσμεύθηκε από τους Μαδριλένους, και εντάχθηκε στην ιαπωνική Βίσσελ Κόμπε. Ένα χρόνο αργότερα επέστρεψε στη Γηραιά Ήπειρο για λογαριασμό του Άγιαξ, τον οποίο βοήθησε να κερδίσει το νταμπλ στην Ολλανδία, το 1998! Λίγους μήνες μετά αποσύρθηκε από την ενεργό δράση.


Ανήμερα των γενεθλίων του, το 1982, φόρεσε για πρώτη φορά τη φανέλα της εθνικής Ανδρών της πατρίδας του, σημειώνοντας μάλιστα το μοναδικό γκολ στην ήττα με 1-2 από τη Νορβηγία. Η απόφασή του να αποσυρθεί από τη διεθνή σκηνή, στα προκριματικά του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος του 1992, του στέρησε τη μεγαλύτερη διάκριση της καριέρας του!  Ήταν μετά την ήττα με 2-0 από τη Γιουγκοσλαβία, όταν διαφώνησε ανοιχτά με την τακτική του προπονητή Ρίτσαρντ Μέλερ-Νίλσεν (Richard Moller Nielsen) και είπε το περίφημο «ή αυτός ή εγώ!». Μαζί του συμφώνησαν και ο αδελφός του, Μπρίαν Λάουντρουπ, αλλά και ο Γιαν Μέλμπι. Μια βιαστική απόφαση, καθώς ότι ακολούθησε μετά ήταν ιστορικό!


Η Γιουγκοσλαβία αποκλείστηκε λόγω του πολέμου και οι Δανοί που κλήθηκαν άρον-άρον από τις παραλίες, ταξίδεψαν στη Σουηδία ως αουτσάιντερ μόνο και μόνο για να αφήσουν άφωνη την Ευρώπη με τον θρίαμβό τους! Ανταποκρίθηκε στις πιέσεις και επέστρεψε την επόμενη χρονιά, παρά την κλιμακούμενη ένταση με τον Νίλσεν. Τελευταία του συμμετοχή σε παγκόσμια διοργάνωση, το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998 στη Γαλλία, όταν οδήγησε, ως αρχηγός πια, τη Δανία μέχρι τα προημιτελικά, όπου συνάντησαν  τη Βραζιλία και το όνειρο πάγωσε με ήττα 2-3. Χρίστηκε 104 φορές διεθνής, και πέτυχε 37 τέρματα. Χάρηκε με την εθνική Δανίας ένα Κύπελλο Συνομοσπονδιών, το 1995. Ήταν ο αρχηγός της σε 28 αγώνες.


Ο Μίκαελ Λάουντρουπ υπήρξε ένας γρήγορος, έξυπνος και ταλαντούχος μεσοεπιθετικός, γνωστός για τον ρυθμό του και θεωρείται ένας από τους αποτελεσματικότερους και πιο ευέλικτους επιθετικούς μέσους, καθώς και ένας από τους πιο επιδέξιους και κομψούς παίκτες στην ιστορία του παιχνιδιού. Αν και κατά κύριο λόγο ένας επιθετικός πλέι μέικερ, ήταν σε θέση να παίζει σε διάφορες θέσεις, μέσα ή πίσω από την πρώτη γραμμή, ενώ ακόμη μπορούσε να αναπτυχθεί ως εξτρέμ, ως κεντρικός μέσος ή οργανωτικός μέσος με εκτελεστικές δυνατότητες, είτε ως δεύτερος επιθετικός, σε ορισμένες περιπτώσεις, ιδίως στα νιάτα του. Θεωρείται από πολλούς ως ένας από τους Καλύτερους Πασαδόρους Όλων των Εποχών, και ως ένας από τους πιο Τεχνικά Καταρτισμένους Παίκτες στην ιστορία. Κατατάσσεται μεταξύ των Καλύτερων Παικτών στην Ευρώπη, με τον Γάλλο -τρεις φορές Ευρωπαίο Ποδοσφαιριστή της Χρονιάς- Μισέλ Πλατινί (Michel Platini) να τον περιγράφει ως έναν από τους πιο Ταλαντούχους Παίκτες ποτέ, επισημαίνοντας μόνο την έλλειψη εγωισμού, κάτι που τον έκανε να σκοράρει πολύ λίγα γκολ. Παρά το γεγονός ότι κατά κύριο λόγο ήταν ένας δημιουργικός παίκτης, διακρίθηκε επίσης για το ακριβές σουτ.


Σε μια συνέντευξη του, το 2006, ο συμπαίκτης του στη Ρεάλ Μαδρίτης Ραούλ (Raúl) τον ονόμασε ως τον Καλύτερο παίκτη που έπαιξε ποτέ. Ο συμπαίκτης του στη Μπαρτσελόνα, Ρομάριο (Romário) έχει δηλώσει το ίδιο, εκφράζοντας τη γνώμη ότι ήταν σε θέση να δημιουργήσει και να σκοράρει σχεδόν κατά βούληση, ενώ τον ονόμασε ως τον 5ο Καλύτερο Παίκτη στην ιστορία του παιχνιδιού (πίσω από τον Πελέ, τον Ντιέγκο Μαραντόνα (Diego Maradona), τον εαυτό του και τον Ζινεντίν Ζιντάν (Zinedine Zidane). Εκτός από την ικανότητα στο παίξιμό του, ο Μίκαελ Λάουντρουπ ήταν γνωστός για την εξαιρετική συμπεριφορά του στον αγωνιστικό χώρο και ποτέ δεν τιμωρήθηκε με κόκκινη κάρτα στην καριέρα του.


Καθ' όλη την καριέρα του, ήταν αναγνωρισμένος για την τεχνική του κατάρτιση, την ισορροπία, την κομψότητα, την τακτική ευφυΐα, τον έλεγχο της μπάλα, τις μεταβιβάσεις του και την ικανότητα στη ντρίμπλα. Όσον αφορά την τακτική ευφυΐα του, ο Αργεντίνος Χόρχε Βαλντάνο (Jorge Valdano), προπονητής του στη Ρεάλ Μαδρίτης, είπε ότι «έχει μάτια παντού». Η κίνηση-σήμα κατατεθέν του, η «Ντρίπλα Λάουντρουπ», που επιχειρούσε ντρίπλα-πέρασμα με το ένα πόδι και συνέχιζε με το άλλο, ουσιαστικά μια πάσα στον εαυτό του, ξεγέλασε αμέτρητους αντιπάλους κατά τη διάρκεια της καριέρας του. Οι δεξιότητες και οι προσποιήσεις του συνδυάστηκαν με τη δημιουργικότητα. Αυτό οδήγησε στην έκφραση «Made in Laudrup» που χρησιμοποιήθηκε ευρέως στην Ισπανία για το δημιουργικό στυλ του παιχνιδιού. Πολυάριθμοι συμπαίκτες του έχουν πει: «Απλά τρέχαμε. Πάντα θα εύρισκε τον τρόπο να μας στείλει την μπάλα»


Στη Μπαρτσελόνα, έπαιξε μαζί με τον Βούλγαρο Χρίστο Στόιτσκοφ (Hristo Stoichkov), ο οποίος σκόραρε πολλά γκολ από μεταβιβάσεις του Λάουντρουπ, όπως και ο Χιλιανός Ιβάν Ζαμοράνο (Iván Zamorano), που τον ονόμαζε «el Genio» (η Ιδιοφυΐα) κατά τη διάρκεια της κοινής τους θητείας στη Ρεάλ Μαδρίτης. Ο Ζαμοράνο περνούσε μια δύσκολη περίοδο στη Μαδρίτη, αλλά όταν έφτασε ο Λάουντρουπ, τον βοήθησε να σημειώσει πολλά γκολ, με αποτέλεσμα (ο Ζαμοράνο) να γίνει ο Κορυφαίος Σκόρερ του ισπανικού πρωταθλήματος, νικητής του "Trofeo Pichichi". Σε όλη τη σταδιοδρομία του, ο αριθμός των ασίστ ήταν σχεδόν πάντα ο υψηλότερος της ομάδας του. Παρά τη φήμη του ως ένας από τα πιο προικισμένους τεχνικά και δημιουργικά παίκτες της γενιάς του, ορισμένοι συνάδελφοί του, ειδήμονες και προπονητές, έχουν θέσει υπό αμφισβήτηση το ρυθμό της δουλειάς και της συνέπειας του, κατά καιρούς, σε όλη την καριέρα του. Επί παραδείγματι, ο πρώην συμπαίκτης του στη Γιουβέντους -και θαυμαστής του- ο Μισέλ Πλατινί, μια φορά χαριτολογώντας τον αποκάλεσε ως «Ο Καλύτερος Παίκτης στον Κόσμο, ...στην προπόνηση».


Σήμερα έχει αφοσιωθεί στην προπονητική.  Έχει διατελέσει προπονητής στη Σουόνσι, οδηγώντας την στην κατάκτηση του αγγλικού Λιγκ Καπ το 2013, τη Μπρόντμπυ, την οποία έστεψε μία φορά πρωταθλήτρια και 2 φορές Κυπελλούχο Δανίας, τη Χετάφε, την οποία έφερε στον τελικό του Κυπέλλου Ισπανίας το 2008, τη Σπαρτάκ Μόσχας, τη Μαγιόρκα και τη Λεχβίγια του Κατάρ,  ενώ εργάστηκε και ως βοηθός τεχνικού στην εθνική Δανίας.




PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • ·         1971–1973: Vanløse Idræts Forening
  • ·         1973–1976: Brøndbyernes Idrætsforening
  • ·         1977–1981: Kjøbenhavns Boldklub

Επαγγελματική καριέρα

  • ·         1981/82: Kjøbenhavns Boldklub, 14 (3)
  • ·         1982/83: Brøndbyernes Idrætsforening, 38 (24)
  • ·         1983–1985: Società Sportiva Lazio, 60 (9)
  • ·         1985–1989: Juventus Football Club, 102 (16)
  • ·         1989–1994: Futbol Club Barcelona, 167 (49)
  • ·         1994–1996: Real Madrid Club de Fútbol, 62 (12)
  • ·         1996/97: Vissel Kobe, 15 (6)
  • ·         1997/98: Amsterdamsche Football Club Ajax, 21 (11)

Σύνολο καριέρας: 479 (130)

Διεθνής

  • ·         1982–1998: Δανία, 104 (37)

Προπονητική καριέρα

  • ·         2000–2002: Δανία (βοηθός )
  • ·         2002–2006: Brøndbyernes Idrætsforening
  • ·         2007/08: Getafe Club de Fútbol
  • ·         2008/09: Football Club Spartak-Moscow
  • ·         2010/11: Real Club Deportivo Mallorca
  • ·         2012–2014: Swansea City Association Football Club
  • ·         2014/15: Lekhwiya Sports Club


Τίτλοι

Ως ποδοσφαιριστής

Συλλογικοί

Με τη Juventus
  • ·         Διηπειρωτικό Κύπέλλο: 1985
  • ·         Πρωτάθλημα Ιταλίας: 1985/86

Με τη Barcelona
  • ·         Κύπελλο Ισπανίας: 1989/90
  • ·         Πρωτάθλημα Ισπανίας: 4 (1990/91, 1991/92, 1992/93, 1993/94)
  • ·         Σούπερ Καπ Ισπανίας: 2 (1991, 1992)
  • ·         Κύπελλο Πρωταθλητριών: 1991/92
  • ·         Ευρωπαϊκό Super Cup: 1992

Με τη Real Madrid
  • ·         Πρωτάθλημα Ισπανίας: 1994/95

Με τον Ajax
  • ·         Πρωτάθλημα Ολλανδίας: 1997/98
  • ·         Κύπελλο Ολλανδίας: 1997/98

Διεθνείς

Με τη Δανία
  • ·         Κύπελλο Συνομοσπονδιών FIFA: 1995

Προσωπικές Διακρίσεις

  • ·         Παίκτης της Χρονιάς για τη Δανία: 2 (1982, 1985)
  • ·         Καλύτερος Ξένος Παίκτης Ισπανικού Πρωταθλήματος: 1991/92
  • ·     Μέλος Ιδανικής 11άδας της Χρονιάς από την Ένωση ευρωπαίων Επαγγελματιών Δημοσιογράφων: 1994/95
  • ·         Μέλος Ιδανικής 11άδας της Χρονιάς για τη FIFA (αναπληρωματικός): 1996
  • ·         Μέλος Ιδανικής 11άδας Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1998
  • ·         Καλύτερος Ξένος Ισπανικού Πρωταθλήματος για την 25ετία 1974–1999
  • ·         Χρυσός Παίκτης για τη Δανία για το Ιωβιλαίο (50ετία) της UEFA: 2003
  • ·       Μέλος της λίστας των 125 Εν Ζωή Καλύτερων Παικτών του Κόσμου που συνέταξε το 2004 ο Πελέ για τα 100 Χρόνια της FIFA
  • ·         Καλύτερος Παίκτης για τη Δανία Όλων των Εποχών: 2006
  • ·         Καλύτερος Παίκτης για τη Σκανδιναβία Όλων των Εποχών: 2015
  • ·         Μέλος του Hall of Fame του Δανικού Ποδοσφαίρου
  • ·   Στους 100 Μεγαλύτερους Ποδοσφαιριστές όλων των Εποχών από το αγγλικό περιοδικό «World Soccer»


Ως προπονητής

Συλλογικοί

Με τη Brøndby
  • ·         Σούπερ Καπ Δανίας: 2002
  • ·         Κύπελλο Δανίας: 2 (2002/03, 2004/05)
  • ·         Πρωτάθλημα Δανίας: 2004/05

Με τη Swansea City
  • ·         Λιγκ Καπ Αγγλίας: 2012/13

Με τη Lekhwiya
  • ·         Πρωτάθλημα Κατάρ: 2014/15
  • ·         Crown Prince Cup: 2014/15

Προσωπικές Διακρίσεις

  • ·         Προπονητής της Χρονιάς για τη Δανία: 2 (2002/03, 2004/05)



Κάποια στοιχεία από το balleto.gr