Κυριακή 16 Απριλίου 2017

Λουίς Ενρίκε

Ο Ισπανός μεσοεπιθετικός και αργότερα προπονητής Λουίς Ενρίκε (Luis Enrique Martínez García), γεννήθηκε στις 8 Μαΐου του 1970, στο Χιχόν, την πρωτεύουσα της επαρχίας Αστούριας στη Βόρεια Ισπανία. Ένας ευέλικτος παίκτης, με καλή τεχνική κατάρτιση, ήταν σε θέση να παίξει σε πολλές διαφορετικές θέσεις, αλλά συνήθως αγωνιζόταν ως μέσος ή ως επιθετικός, και ήταν επίσης γνωστός για την ιδιοσυγκρασία και την αντοχή του. Έχει παίξει σε όλες τις θέσεις στην καριέρα του, εκτός από κεντρικός αμυντικός και τερματοφύλακας. 


Ξεκινώντας από το 1991 μια καριέρα που κράτησε έως το 2004, αγωνίστηκε τόσο για τη Ρεάλ Μαδρίτης, όσο και τη Μπαρτσελόνα με την ίδια ατομική και συλλογική επιτυχία, κάνοντας περισσότερα από 500 επίσημα παιχνίδια και σκοράροντας πάνω από 100 γκολ. Εμφανίστηκε με την εθνική ομάδα της Ισπανίας σε τρία Παγκόσμια Κύπελλα και σε ένα Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα. Άρχισε να εργάζεται ως προπονητής το 2008 με τη Μπαρτσελόνα Β και τρία χρόνια αργότερα, ανέλαβε τη Ρόμα, στην ιταλική Serie A’. Στην περίοδο 2013/14 οδήγησε τη Θέλτα, πριν επιστρέψει στη Μπαρτσελόνα, κατακτώντας το τρεμπλ στην πρώτη του χρονιά και το double στη δεύτερη.


Ξεκίνησε την καριέρα του στη Σπόρτινγκ του Χιχόν, όπου και απέκτησε το παρατσούκλι «Lucho» από τον κεντρικό επιθετικό της ομάδας, μεξικάνο Λουίς Φλόρες (Luis Flores). Το ντεμπούτο του στην Πριμέρα Ντιβιζιόν έγινε στις 24 Σεπτεμβρίου του 1989, σε έναν αγώνα εναντίον της Μάλαγα, στο Ελ Μολινόν του Χιχόν. Στη συνέχεια η καριέρα του μοιράστηκε στους 2 μεγαλύτερους ισπανικούς συλλόγους. Για πέντε σεζόν την Ρεάλ Μαδρίτης, από το 1991 έως το 1996, για την οποία σκόραρε 15 γκολ σε 157 παιχνίδια πρωταθλήματος και έπειτα, μέχρι το 2004, με ελεύθερη μεταγραφή στην Μπαρτσελόνα. Οι οπαδοί της Μπάρτσα, ήταν διστακτικοί μαζί του, στις πρώτες περιόδους του στον σύλλογο, αλλά σύντομα τους κέρδισε, παραμένοντας  για οκτώ χρόνια με τον σύλλογο και τελικά να γίνει ο αρχηγός της ομάδας και να σκοράρει αρκετές φορές στο El Clásico εναντίον του πρώην εργοδότη του! Ενώ ήταν στη Ρεάλ Μαδρίτης, σκόραρε σε μια νίκη 5-0 επί  της Μπαρτσελόνα, αλλά δήλωσε αργότερα ότι «σπάνια αισθάνθηκε να εκτιμάται από τους οπαδούς της Ρεάλ Μαδρίτης και ότι δεν έχει καλές αναμνήσεις από εκεί».


Σε τρεις πρώτες περιόδους του με τη Μπαρτσελόνα, σημείωσε 46 γκολ για το πρωτάθλημα τερματίζοντας στη 2η  θέση, την περίοδο 1996/97 και στη συνέχεια κατέκτησε 2 συνεχόμενα πρωταθλήματα. Επιπλέον, ονομάστηκε Ισπανός Παίκτης της Χρονιάς από την εφημερίδα «El País» την επόμενη περίοδο, σημειώνοντας μάλιστα το πρώτο γκολ στον τελικό του Ευρωπαϊκού Σούπερ Καπ του 1997, στο 3-1 εναντίον της Μπορούσια Ντόρτμουντ. Κατά τη διάρκεια του τελευταίας του χρόνιας στη Βαρκελώνη,  είχε συχνούς τραυματισμούς και δεν ήθελε να ανανεώσει το συμβόλαιό του. Του προσφέρθηκε μια συμφωνία με την πρώτη ομάδα του, τη Σπόρτινγκ, την οποία, ωστόσο, αρνήθηκε. Όπως αποδείχθηκε, στις 16 Μαΐου του 2004, έπαιξε το τελευταίο του επαγγελματικό αγώνα εναντίον της Ρασίνγκ του Σανταντέρ, αφού οι ανησυχίες του σχετικά με το επίπεδο και την ικανότητά του, τον έκαναν να ανακοινώσει την απόσυρσή του στις 10 Αυγούστου του 2004 στην ηλικία των 34 ετών, τελειώνοντας την επαγγελματική του καριέρα με 400 παιχνίδια συνολικά στο πρωτάθλημα και 102 γκολ. Για τη Μπαρτσελόνα έπαιξε 207 παιχνίδια στη La Liga, σκοράροντας 73 γκολ.


Έκανε το ντεμπούτο του για την εθνική ομάδα της Ισπανίας, στις 17 Απριλίου του 1991, για 22 λεπτά σε μια φιλική ήττα 0-2 από τη Ρουμανία στο Κάσερες. Έπαιξε για την Ισπανία σε τρία Παγκόσμια Κύπελλα, αυτά του 1994, του 1998 και του 2002, καθώς και στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα του 1996, σκοράροντας 12 γκολ σε 62 διεθνείς εμφανίσεις. Ήταν επίσης μέλος της ομάδας που κέρδισε το Χρυσό Μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1992 στη Βαρκελώνη.


Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994, στις Ηνωμένες Πολιτείες, άνοιξε το σκορ, με το πρώτο διεθνές τέρμα του, στο γύρο των 16, στη νίκη με 3-0 επί της Ελβετίας, στην Ουάσιγκτον. Στην ήττα με 1-2, στον προημιτελικό από την Ιταλία, στο Φόξμπορο της Βοστώνης, ο Μάουρο Τασότι (Mauro Tassotti), τον χτύπησε με τον αγκώνα στο πρόσωπο, προκαλώντας του μια ακατάσχετη αιμορραγία, από την οποία φέρεται να έχασε περίπου μισό λίτρο αίματος, αλλά κατά τη διάρκεια του αγώνα το περιστατικό πέρασε ατιμώρητο! Ο Τασότι τιμωρήθηκε για 8 παιχνίδια στη συνέχεια και δεν έπαιξε ποτέ ξανά διεθνές παιχνίδι! Όταν η Ισπανία συνάντησε την Ιταλία στο Euro του 2008, στις 22 Ιουνίου, για μια θέση στα ημιτελικά, φέρεται να ζήτησε από την ομάδα να "πάρει εκδίκηση" για το περιστατικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1994. Ο Τασότι, είχε δηλώσει στη εφημερίδα «Marca» ότι έχει κουραστεί να υπενθυμίσει ότι το περιστατικό ήταν τυχαίο και ότι ο ίδιος ποτέ δεν είχε την πρόθεση να βλάψει τον Ισπανό.


Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998, έπαιξε σημαντικό ρόλο στη νίκη με 6-1 επί της Βουλγαρίας στο τελευταίο παιχνίδι της ομάδας, σκοράροντας και μία φορά και κερδίζοντας πέναλτι, αλλά με τους Ισπανούς ήδη αποκλεισμένους. Στις 5 Ιουνίου του επόμενου έτους σημείωσε χατ-τρικ, στη νίκη με 9-0 επί του Σαν Μαρίνο για τα προκριματικά του Euro 2000.


Έχοντας αλλάξει πολλές διαφορετικές θέσεις, ήταν πιο γνωστός για την εξαιρετική ευελιξία και τη συνέπεια του. Ήταν σε θέση να παίζει οπουδήποτε στο κέντρο ή κατά μήκος της επιθετικής γραμμής και αγωνίστηκε σε όλες τις θέσεις σε όλη τη σταδιοδρομία του, εκτός από εκείνες του κεντρικού αμυντικού και του τερματοφύλακα. Χαρακτηριστικά, ψηφίστηκε ως το καλύτερο δεξί μπακ στην ισπανική La Liga τη σεζόν 1997/98! Ένας ομαδικός παίκτης, δυνατός, θαρραλέος, ενεργητικός και εργατικός, με καλές τεχνικές δεξιότητες, μπόλικο ταλέντο και αξιοσημείωτη αντοχή, η συνηθισμένη θέση του ήταν ως μεσοεπιθετικός στο κέντρο του γηπέδου, χάρη στην ικανότητά του να συνδέει την επιθετική και τη μεσαία γραμμή, είτε ως δεξί εξτρέμ, παίζοντας οπουδήποτε κατά μήκος της δεξιάς πλευράς, ενώ συχνά χρησιμοποιήθηκε ακόμα και στα αριστερά, ανάλογα την περίσταση.


Λόγω της έντονης έφεσής του στο γκολ και τη δυνατότητα να ελίσσεται μέσα στην αντίπαλη περιοχή, συχνά έπαιξε ως επιθετικός, είτε σε ρόλο δεύτερου επιθετικού πίσω από τον κεντρικό φορ της ομάδας, ή ακόμη και ως ένας περιφερειακός επιθετικός ή κεντρικός μέσος, σε πιο δημιουργικούς ρόλους στη μεσαία γραμμή. Εκτός από τις ικανότητές του, ξεχώρισε για την ιδιοσυγκρασία, την αποφασιστικότητα και την ηγεσία του.


Όταν αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, ασχολήθηκε με την προπονητική, αναλαμβάνοντας την δεύτερη ομάδα της Μπαρτσελόνα, στις 26 Μαΐου του 2008, βοηθώντας στην επιστροφή στην Β’ Κατηγορία μετά από 11 χρόνια απουσίας. Μετά από 3 χρόνια, στα μέσα Μαρτίου του 2011, παραιτήθηκε και ύστερα από 3 μήνες, στις 8 Ιουνίου του 2011, κατέληξε σε συμφωνία με την Ρόμα. Υπέγραψε συμβόλαιο δύο ετών, που συμπεριελάμβανε ένα προσωπικό τεσσάρων μελών, συμπεριλαμβανομένου του Ιβάν ντε λα Πένια (Ivan de la Peña), παλιού παίκτη της Λάτσιο. Παραιτήθηκε στο τέλος της σεζόν, με τη Ρόμα έξω από οποιαδήποτε ευρωπαϊκή διασυλλογική διοργάνωση.


Τον Ιούνιο του 2013, ανέλαβε την Θέλτα του Βίγκο, οδηγώντας τους, στην 9η  θέση στην μια και μοναδική σεζόν του εκεί, συμπεριλαμβανομένης μια νίκης 2-0 εντός έδρας επί της Ρεάλ Μαδρίτης που της στέρησε τις όποιες ελπίδες για το πρωτάθλημα. Στις 19 Μαΐου του 2014, ανακοινώθηκε ότι ο Λουίς Ενρίκε θα επιστρέψει στη Βαρκελώνη ως προπονητής, αφού συμφώνησε σε μια συμφωνία δύο ετών. Ισοφάρισε το ρεκόρ του Γκουαρντιόλα με έντεκα συνεχόμενες νίκες. Στις 21 Απριλίου 2015, κατέγραψε τη 42η νίκη του μετά από 50 παιχνίδια, με μια νίκη 2-0 επί της Παρί Σεν Ζερμέν, ​​η καλύτερη επίδοση όλων των εποχών για προπονητή της Μπάρτσα. Κατέκτησε το τρεμπλ στην πρώτη του χρονιά -πρωτάθλημα, Κύπελλο και Τσάμπιονς Λιγκ, νικώντας 3-1 τη Γιουβέντους στο Βερολίνο- και το double στη δεύτερη.


PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • ·         1981–1988: Real Sporting de Gijón
  • ·         1984–1988: (δανεικός)→ La Braña

Επαγγελματική καριέρα

  • ·         1988–1990: Real Sporting de Gijón ‘’B’’                 
  • ·         1989–1991: Real Sporting de Gijón, 36 (14)
  • ·         1991–1996: Real Madrid Club de Fútbol, 157 (15)
  • ·         1996–2004: Futbol Club Barcelona, 207 (73)

Σύνολο καριέρας: 400 (102)

Διεθνής

  • ·         1991/92: Ολυμπιακή Ομάδα της Ισπανίας, 14 (3)
  • ·         1991–2002: Ισπανία, 62 (12)
  • ·         2000: Αστούριας, 1 (0)

Προπονητική καριέρα

  • ·         2008–2011: Futbol Club Barcelona ‘’Β’’
  • ·         2011/12: Associazione Sportiva Roma
  • ·         2013/14: Real Club Celta de Vigo
  • ·         2014–      : Futbol Club Barcelona

Τίτλοι

Ως ποδοσφαιριστής

Συλλογικοί

Με τη Real Madrid
  • ·         Πρωτάθλημα Ισπανίας: 1994/95
  • ·         Κύπελλο Ισπανίας: 1992/93
  • ·         Σούπερ Καπ Ισπανίας: 1993

Με τη Barcelona
  • ·         Πρωτάθλημα Ισπανίας: 2 (1997/98, 1998/99)
  • ·         Κύπελλο Ισπανίας: 2 (1996/97, 1997/98)
  • ·         Σούπερ Καπ Ισπανίας: 1996
  • ·         Κύπελλο Κυπελλούχων: 1996/97
  • ·         Ευρωπαϊκό Super Cup: 1997

Διεθνείς

  • ·         Ολυμπιακοί Αγώνες : Χρυσό Μετάλλιο το 1992 στη Βαρκελώνη

Ως προπονητής

Με τη Barcelona
  • ·         Πρωτάθλημα Ισπανίας: 2014/15
  • ·         Κύπελλο Ισπανίας: 2014/15
  • ·         UEFA Champions League: 2014/15
  • ·         Ευρωπαϊκό Super Cup: 2015
  • ·         Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων FIFA: 2015

Προσωπικές Διακρίσεις

Ως ποδοσφαιριστής

  • ·         Καλύτερος Ελπιδοφόρος Παίκτης του Πρωταθλήματος: 1990/91
  • ·   Μέλος Ιδανικής 11άδας της Χρονιάς από την Ευρωπαϊκή Ένωση Επαγγελματιών Δημοσιογράφων: 1996/97
  • ·         Μέλος της λίστας των 125 Εν Ζωή Καλύτερων Παικτών του Κόσμου που συνέταξε το 2004 ο Πελέ για τα 100 Χρόνια της FIFA


Ως προπονητής

  • ·         Προπονητής της Χρονιάς για την Ισπανία: 2015
  • ·         Προπονητής της Χρονιάς για Όλο τον Κόσμο από τη FIFA: 2015
  • ·         Καλύτερος Προπονητής της Χρονιάς από τον Διεθνή Οργανισμό Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου: 2015
  • ·         Καλύτερος Προπονητής της Χρονιάς από τον αγγλικό περιοδικό «World Soccer»: 2015