Σάββατο 22 Απριλίου 2017

Μπράνκο Ζέμπετς

Ο Γιουγκοσλάβος, κροάτικης καταγωγής αριστερός μεσοεπιθετικός και αργότερα προπονητής Μπράνκο Ζέμπετς (Branislav "Branko" Zebec), γεννήθηκε στις 17 Μαΐου του 1929, στο Ζάγκρεμπ, στο τότε Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας. Στο απόγειο της καριέρας του, ως παίκτης της Παρτιζάν και του Ερυθρού Αστέρα Βελιγραδίου, γοήτευσε τον κόσμο με τις εμφανίσεις του στα Παγκόσμια Κύπελλα του 1954 και του 1958. Με τη Παρτιζάν κέρδισε 3 Κύπελλα Γιουγκοσλαβίας (1952, 1954, 1957) και με τον Ερυθρό Αστέρα κατέκτησε το εθνικό πρωτάθλημα το 1960. Ως προπονητής οδήγησε την Χάιντουκ του Σπλιτ, τη Μπάγερν Μονάχου και το Αμβούργο στην επιτυχία, όντας από τους πιο πετυχημένους στην ιστορία του γερμανικού πρωταθλήματος. Ένας εξαιρετικά ευέλικτος παίκτης, γνωστός για τις φυσικές του ικανότητες και την κατανόηση του παιχνιδιού, ο Μπράνκο Ζέμπετς ήταν ένας Παγκόσμιας Κλάσης μεσοεπιθετικός στην αριστερή πλευρά του γηπέδου ή και ακόμα σε πιο αμυντικό ρόλο, αυτόν του αριστερού fullback, αν και ήταν σε θέση να παίξει σχεδόν κάθε θέση, εντός παιδιάς, στο γήπεδο. Ήταν ιδιαίτερα γνωστός για το ρυθμό του, αφού ήταν σε θέση να τρέχει τα 100 μέτρα σε 11’’ δευτερόλεπτα με παπούτσια ποδοσφαίρου! Πιστός στη ρήση του Τσαρλς Μπουκόφσκι: «Βρες τι αγαπάς και άφησέ το να σε σκοτώσει!», είχε δύο αγάπες. Το ποδόσφαιρο και το αλκοόλ. Δεν πήγε απ' το πρώτο, τον «έφαγε» το δεύτερο!


Ως έφηβος και στις αρχές της επαγγελματικής του καριέρας, έπαιξε για μια σειρά ομάδων στη γενέτειρά του, την Γκραντάνσκι του Ζάγκρεμπ (πρόγονο της Ντιναμό), την Πόσταρ, την Λοκομοτίβα, τη Μιλίσιονερ και τη Μπόρατς. Το 1951, μεταγράφηκε στη Παρτιζάν Βελιγραδίου και γρήγορα εξασφάλισε θέση βασικού στην αριστερή πτέρυγα της ομάδας. Το 1952 κέρδισε τον πρώτο του τίτλο, το Κύπελλο Γιουγκοσλαβίας, κάτι που επανέλαβε το 1954, κατακτώντας παράλληλα την 2η θέση στο πρωτάθλημα. Εξελίχθηκε όλο και περισσότερο και έγινε από τους  κορυφαίους παίκτες στη μεσαία γραμμή, κυρίως λόγω της νοημοσύνης του.  Το 1955 έκανε ντεμπούτο στη πρώτη, ιστορικά, διοργάνωση του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, με αυτή τη πρώτη έκδοση του τουρνουά, να έχει μια ιστορική ιδιαιτερότητα: Η Παρτιζάν, έπαιξε ως ΥΠΟΨΗΦΙΑ πρωταθλήτρια και όχι ως εθνικός πρωταθλητής.


Απέκλεισε  την Σπόρτινγκ Λισαβόνας με 2 εντυπωσιακά παιχνίδια (3-3 και 5-2) και αποκλείστηκε από τη μετέπειτα πρωταθλήτρια Ρεάλ Μαδρίτης (0-4 και 3-0). Στη Γιουγκοσλαβία, έβλεπε τους τίτλους να περνούν, μένοντας στη σκιά της Χάιντουκ του Σπλιτ και του Ερυθρού Αστέρα Βελιγραδίου. Τερμάτισε πάλι 2ος το 1956 και το 1958 στο πρωτάθλημα, κατακτώντας άλλο ένα Κύπελλο Γιουγκοσλαβίας, το 1957. Το 1959, μεταγράφηκε στον Ερυθρό Αστέρα, με τον οποίο κατάφερε να κατακτήσει τον μοναδικό τίτλο πρωταθλητή της ποδοσφαιρικής του καριέρας, το 1960. Το 1961, ήδη στα 32 του χρόνια, έκανε μεταγραφή στην Γερμανία, για λογαριασμό της Αλεμάνια του Άαχεν, στη Β’ γερμανική κατηγορία, που μπορεί να μη του έδωσε κάτι ιδιαίτερο ως ποδοσφαιριστή, αλλά τον εξοικείωσε με την χώρα για την μετέπειτα προπονητική του καριέρα. Αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, το 1965.


Αγωνίστηκε για 10 χρόνια με την εθνική ομάδα της Γιουγκοσλαβίας, από το 1951 έως το 1961. Συμμετείχε σε 65 αγώνες των «πλάβι», στην εξαιρετική ομάδα της δεκαετίας του 1950, τότε που οι Γιουγκοσλάβοι πήραν και το παρατσούκλι «Οι Βραζιλιάνοι της Ευρώπης»,  σκοράροντας 17 γκολ. Κατέκτησε το Ασημένιο Μετάλλιο στο Ολυμπιακό τουρνουά του Ελσίνκι, το 1952, ηττώμενος (0-2) στον τελικό από τους «Μυθικούς Μαγυάρους» του Φέρεντς Πούσκας (Ferenc Puskás),  αναδεικνυόμενος σε Πρώτο Σκόρερ του τουρνουά με 7 γκολ. Στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1954, στην Ελβετία, πέρασε από τη φάση των ομίλων με μια νίκη εναντίον της Γαλλίας (1-0) και μία ισοπαλία κόντρα στη Βραζιλία (1-1), χάρη σε ένα δικό του γκολ. Αποκλείστηκε από την Γερμανία (0-2), στα προημιτελικά. Στη διοργάνωση του 1958, στη Σουηδία, ήταν ο αρχηγός της ομάδος. Στη φάση των ομίλων, ύστερα  από 2 ισοπαλίες με τη Σκωτία (1-1) και την Παραγουάη (3-3) και μια νίκη εναντίον της Γαλλίας (3-2), έφτασε πάλι στα προημιτελικά, όπου και πάλι η Γερμανία (0-1), έβαλε τέλος στις Γιουγκοσλαβικές φιλοδοξίες.


Ξεκίνησε τη  προπονητική του καριέρα, το 1965, αναλαμβάνοντας, από κοινού με τον Ίβιτσα Χόρβατ (Ivica Horvat) τη Ντιναμό του Ζάγκρεμπ. Με τον σύλλογο στο Κύπελλο Διεθνών Εκθέσεων, πρόδρομο του Κυπέλλου UEFA, στον πρώτο γύρο με την τσεχική Σπαρτάκ του Μπρνο, έφερε 2-2 στο σύνολο και μόνο το στρίψιμο του νομίσματος έδωσε στη Ντιναμό την πρόκριση. Μετά, αποκλείοντας την σκωτσέζικη Ντανφέρμλιν και τη ρουμάνικη Ντιναμό Πιτέστι, απέκλεισε τη Γιουβέντους στα προημιτελικά (2-2 και 3-0) και στον ημιτελικό κατάφερε μία από τις μεγαλύτερες ανατροπές στην ιστορία των ευρωπαϊκών διοργανώσεων. Μετά από μια ήττα 0-3 στη Φρανκφούρτη από την Άιντραχτ, η Ντιναμό ξεπέρασε τους Γερμανούς στο Ζάγκρεμπ με 4-0. Στον τελικό, αντιμετώπισε τη Λιντς, κερδίζοντας με 2-0, στο “Μάξιμιρ” και με μια ισοπαλία 0-0 στο “Ίλαντ Ρόουντ”, έγινε ο Πρώτος Σύλλογος από την Ανατολική Ευρώπη που κατέκτησε ένα ευρωπαϊκό διασυλλογικό τρόπαιο!


Ήταν η ευκαιρία να τραβήξει την προσοχή πέρα από τα γιουγκοσλαβικά σύνορα και το 1968 προσλήφθηκε στην Μπάγερν Μονάχου. Η ομάδα, με αστέρια τον νεαρό Φραντς Μπεκενμπάουερ (Franz Beckenbauer) και τον Γκερντ Μίλερ (Gerd Müller), είχε κερδίσει δύο εθνικά κύπελλα και το Κύπελλο Κυπελλούχων του 1966/67. Περιόρισε το επιθετικό στυλ της ομάδας και ενίσχυσε την άμυνα. Στην πρώτη του σεζόν, 1968/69, κατέκτησε μαζί τους το γερμανικό πρωτάθλημα, το πρώτο μετά από 37 χρόνια! Κέρδισε επίσης και το Κύπελλο Γερμανίας, επιτυγχάνοντας το πρώτο double στην ιστορία της γερμανικής Μπουντεσλίγκα! Η επόμενη σεζόν ξεκίνησε με προβλήματα, με αποκλεισμό από τη Σεντ Ετιέν στη Ευρώπη και τελείωσε στο πρωτάθλημα 5 βαθμούς πίσω από την κορυφή. Τον διαδέχθηκε ο Ούντο Λάτεκ (Udo Lattek)!


Μέχρι το 1972 ήταν προπονητής στη Στουτγάρδη, χωρίς κάτι ιδιαίτερο και επέστρεψε στη Γιουγκοσλαβία, αναλαμβάνοντας τη Χάιντουκ του Σπλιτ, από κοινού με τον Τόμισλαβ Ίβιτς (Tomislav Ivić). Έφτασε μέχρι τα ημιτελικά του Κυπέλλου Κυπελλούχων της σεζόν 1972/73, αποκλείοντας στον προημιτελικό την Χιμπέρνιαν (2-4 και 3-0) και αποκλειόμενος στον ημιτελικό από τη Λιντς (0-1 και 0-0), που παραμένει η μεγαλύτερη διεθνής επιτυχία του συλλόγου μέχρι σήμερα! Η ομάδα τελείωσε στο πρωτάθλημα σε μια απογοητευτική 9η θέση, αλλά κατέκτησε το Κύπελλο Γιουγκοσλαβίας, με μια νίκη εναντίον του πρωταθλητή Ερυθρού Αστέρα. Ήταν η απαρχή της «Χρυσής Δεκαετίας» της Χάιντουκ, χωρίς όμως τον Ζέμπετς, ο οποίος επέστρεψε στη Γερμανία.


Ανέλαβε τη Άιντραχτ Μπράουνσβαϊγκ, πρωταθλήτρια το 1967, υποβιβασμένη το 1973 -τη χρονιά  που πρωτοστάτησε με διαφήμιση στη φανέλα- αλλά επέστρεψε στην Μπουντεσλίγκα μέσα σε ένα χρόνο. Έφερε μαζί του τον δεξί εξτρέμ Ντανίλο Ποπίβοντα (Danilo Popivoda) και το μέσο Αλεξάντερ Ρίστιτς (Aleksandar Ristić). Στην τετραετία που έμεινε εκεί, κατάφερε να τερματίσει από 9ος μέχρι 3ος , χάνοντας το πρωτάθλημα 1976/77 για 1 βαθμό! Στη τέταρτη και τελευταία σεζόν του με τον σύλλογο και παρά την προσθήκη του Πάουλ Μπράιτνερ (Paul Breitner), τερμάτισε σε  μια απογοητευτική 13η θέση.


Συνέχισε στη νικήτρια του Κυπέλλου Κυπελλούχων του 1976/77 ομάδα του Αμβούργου, που ήταν φιλόδοξο και λαχταρούσε για το πρώτο του πρωτάθλημα από το 1960, έχοντας όμως τερματίσει στην 11η θέση στη σεζόν 1976/77. Στην πρώτη του σεζόν, δημιούργησε μια ανταγωνιστική ομάδα γύρω από τον δεξιό μπακ-χαφ Μάνφρεντ Κάλτζ (Manfred Kaltz) και τον επιθετικό Χορστ Χρούμπες (Horst Hrubesch), απελευθερώνοντας τον Κέβιν Κίγκαν (Kevin Keegan), ο οποίος απέτυχε να πείσει στην πρώτη του σεζόν. Αναδείχθηκε πρωταθλητής και ο Κίγκαν ο πιο παραγωγικός επιθετικός τους! Ένα χρόνο αργότερα, η ομάδα έφτασε στον τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών για  να αντιμετωπίσει τη Νότιγχαμ Φόρεστ. Ένα ανιαρό Αμβούργο έχασε 0-1, με τον Ζέμπετς να κατηγορείται για τις προπονητικές του μεθόδους! Λάτρης της πειθαρχίας και της συνεχούς προπόνησης, κατηγορήθηκε από τους παίκτες του για την σκληρή προπόνηση σε αυτό το προχωρημένο στάδιο της σεζόν! Οι ιστορικοί είπαν ότι αυτός ήταν ο λόγος για τον οποίο το Αμβούργο μέσα σε 4 ημέρες από τον ευρωπαϊκό τελικό, έχασε επίσης κι ένα αποφασιστικό αγώνα, που τους έστειλε 2ους  στο πρωτάθλημα!


Κατά την έναρξη της τρίτης σεζόν με το Αμβούργο, ένα άλλο πρόβλημα ήρθε στο προσκήνιο. Ο Μπράνκο Ζέμπετς είχε ένα σοβαρό πρόβλημα με το αλκοόλ και πιάστηκε να πίνει ακόμη και στον πάγκο! Μέχρι τον Δεκέμβριο, το πρόβλημα και οι συνέπειές του, είχε εξελιχθεί σε τέτοιο βαθμό που μια φορά αποκοιμήθηκε στον πάγκο! Απολύθηκε με τον Αλεξάντερ Ρίστιτς να αναλαμβάνει προσωρινός διάδοχός του, μέχρι την έλευση του Ερνστ Χάπελ (Ernst Happel)!  Στα μέσα της περιόδου 1981/82, διαδέχθηκε τον Ούντο Λάτεκ στην Μπορούσια Ντόρτμουντ, οδηγώντας τους στην 6η θέση, τη καλύτερή τους σε 12 χρόνια, βγάζοντάς  τους ακόμα και στο Κύπελλο UEFA. Το πρόβλημα με το αλκοόλ όμως εξακολουθούσε να παραμένει, φέρνοντας την απόλυσή του!  Ανέλαβε για λίγο την Άιντραχτ Φρανκφούρτης, στα μέσα της περιόδου 1982/83, τερματίζοντας 10ος στο πρωτάθλημα. Ακολούθησε μια εφήμερη θητεία, το 1984 στην Ντιναμό Ζάγκρεμπ, πριν κλείσει την καριέρα του ως προπονητής.


Στην «γερμανική» του θητεία ως προπονητής, οδήγησε σε 413 αγώνες της γερμανικής Μπουντεσλίγκα τους συλλόγους που εργάστηκε και είναι στην 6η θέση της κατάταξη των προπονητών. Κατάφερε 193 νίκες, 96 ισοπαλίες και 124 ήττες και η ισορροπία τερμάτων του ήταν 733 υπέρ και 536 κατά. Ο Μπράνκο Ζέμπετς πέθανε, στις 26 Σεπτεμβρίου του 1988, στο Ζάγκρεμπ, σε ηλικία μόλις 59 ετών. Εξέπνευσε στα χέρια του Θρύλου της Ντιναμό, Κράσνονταρ Ρόρα  (Krasnodar Rora), όταν πνίγηκε από ένα κομμάτι κρέας, στο σπίτι του παρακολουθώντας ένα ποδοσφαιρικό αγώνα!




PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Επαγγελματική καριέρα

  • ·         1943–1945: Prvi  Hrvatski  Građanski  Športski  Klub Zagreb                           
  • ·         Poštar Zagreb                   
  • ·         Nogometni Klub Lokomotiva Zagreb                      
  • ·         Milicioner Zagreb                            
  • ·         1945–1951: Borac Zagreb                             
  • ·         1951–1959: Fudbalski Klub Partizan, 131 (39)
  • ·         1959–1961: Fudbalski Klub Crvena Zvezda, 29 (6)
  • ·         1961–1965: Aachener Turn- und Sportverein Alemannia 1900, 71 (4)

Διεθνής

  • ·         1951–1961: Γιουγκοσλαβία, 65 (17)

Προπονητική καριέρα

  • ·         1965–1967: Građanski Nogometni Klub Dinamo Zagreb
  • ·         1968–1970: Fußball-Club Bayern München
  • ·         1970–1972: Verein für Bewegungsspiele Stuttgart 1893
  • ·         1972/73: Hrvatski Nogometni Klub Hajduk Split
  • ·         1974–1978: Braunschweiger Turn- und Sportverein Eintracht von 1895
  • ·         1978–1980: Hamburger Sport-Verein
  • ·         1981/82: Ballspielverein Borussia 09 Dortmund
  • ·         1982/83: Eintracht Frankfurt
  • ·         1984: Građanski Nogometni Klub Dinamo Zagreb


Τίτλοι

Ως ποδοσφαιριστής

Συλλογικοί

Με την Partizan
  • ·         Κύπελλο Γιουγκοσλαβίας: 3 (1952, 1954, 1957)

Με τον Ερυθρό Αστέρα
  • ·         Πρωτάθλημα Γιουγκοσλαβίας: 1960.

Διεθνείς

Με την Γιουγκοσλαβία
  • ·         Ολυμπιακοί Αγώνες: Ασημένιο Μετάλλιο -2η θέση στο Ελσίνκι το 1952

Ως προπονητής

Με την Dinamo Zagreb
  • ·         Κύπελλο Διεθνών Εκθέσεων: 1967.

Με την Bayern
  • ·         Πρωτάθλημα Γερμανίας: 1969.
  • ·         Κύπελλο Γερμανίας: 1969.

Με τη Hajduk Split
  • ·         Κύπελλο Γιουγκοσλαβίας: 1973.

 Με το Αμβούργο

  • ·         Πρωτάθλημα Γερμανίας: 1979.