Κυριακή 12 Μαρτίου 2017

Κλαρενς Ζέεντορφ

Ο Ολλανδός μεσοεπιθετικός Κλαρενς Ζέεντορφ (Clarence Clyde Seedorf), γεννήθηκε την 1η Απριλίου του 1976, στο Παραμαρίμπο του Σουρινάμ.  Θεωρείται από πολλούς ως ένας από τους Καλύτερους Μέσους της γενιάς του. Το 2004, είχε επιλεγεί από τον Πελέ ως μέλος του καταλόγου «FIFA 100», με τους 125 Εν Ζωή Καλύτερους Ποδοσφαιριστές του Κόσμου, στο πλαίσιο των εορτασμών για τα 100 Χρόνια της Παγκόσμιας Ποδοσφαιρικής Ομοσπονδίας. Είναι ένας από τους πιο πολυνίκες Ολλανδούς παίκτες στην ιστορία, έχοντας κατακτήσει τους εθνικούς και ευρωπαϊκούς τίτλους παίζοντας για συλλόγους στην Ολλανδία, την Ισπανία, την Ιταλία και τη Βραζιλία. Θεωρείται ένας από τους πιο επιτυχημένους παίκτες στην ιστορία του Champions League, καθώς είναι ο πρώτος -και μέχρι σήμερα ο ΜΟΝΟΣ- παίκτης που έχει κερδίσει τον υπέρτατο ευρωπαϊκό διασυλλογικό τίτλο με τρεις διαφορετικούς συλλόγους, το 1995 με τον Άγιαξ, το 1998 με την Ρεάλ Μαδρίτης και δύο φορές, το 2003 και το 2007 με τη Μίλαν. Σε διεθνές επίπεδο, εκπροσώπησε την Ολλανδία στις 87 αγώνες, παίρνοντας μέρος σε 3 Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα (1996, 2000, 2004) και στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998, φτάνοντας στα ημιτελικά στα 3 τελευταία τουρνουά.


Ξεκίνησε την καριέρα του ως δεξί χαφ για τον Άγιαξ κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990. Έκανε το επαγγελματικό του ντεμπούτο στις 29 Νοεμβρίου του 1992, σε αγώνα με αντίπαλο την Γκρόνινγκεν, σε ηλικία 16 ετών και 242 ημερών, αποτελώντας έτσι τον μικρότερο σε ηλικία ποδοσφαιριστή που κάνει ντεμπούτο για τον Άγιαξ στην ιστορία του συλλόγου. Σύντομα έγινε βασικός και το 1995 ήταν από τα σημαντικά μέλη της μεγάλης πορείας του Άγιαξ που οδήγησε στην κατάκτηση του UEFA Τσάμπιονς Λιγκ. Έχοντας αποκτήσει φήμη στην υπόλοιπη Ευρώπη, πέρασε μία σεζόν ως δανεικός στην ιταλική Σαμπντόρια, σημειώνοντας 3 γκολ και εντυπωσιάζοντας με την απόδοσή του, τράβηξε τα βλέμματα αρκετών συλλόγων της Ευρώπης.



Μεταγράφηκε στη Ρεάλ Μαδρίτης το 1996, όπου ήταν σχεδόν πάντα παρών τις τρεις πρώτες σεζόν. Στην πρώτη του περίοδο, βοήθησε την ομάδα να επιστρέψει στην κατάκτηση του πρωταθλήματος και στη δεύτερη (1997/98), έπαιξε σημαντικό ρόλο στην κατάκτηση του Τσάμπιονς Λιγκ, νικώντας στον τελικό με 1-0 την Γιουβέντους. Μεταγράφηκε στην Ίντερ, το 2000 και παρόλο που βοήθησε την ομάδα να φτάσει στον τελικό του Κυπέλλου Ιταλίας, την ίδια χρονιά, δεν κατάφερε να κατακτήσει τον τίτλο. Ωστόσο, οι οπαδοί της  Ίντερ τον θυμούνται για δύο γκολ του ενάντια στη Γιουβέντους, στην ισοπαλία 2-2, στις 9 Μαρτίου του 2002, τα οποία ήταν σουτ από αρκετά μεγάλη απόσταση.




Μετά από δύο χρόνια στην Ίντερ, μεταγράφηκε στη αιώνια αντίπαλο, τη Μίλαν το 2002, στα πλαίσια ανταλλαγής με τον Φραντσέσκο Κόκο (Francesco Coco). Κέρδισε το Κύπελλο Ιταλίας, το 2003 και για τρίτη φορά το Τσάμπιονς Λιγκ, αποτελώντας με αυτό τον τρόπο τον πρώτο παίκτη που κατακτά το Τσάμπιονς Λιγκ με τρεις διαφορετικές ομάδες. Την επόμενη σεζόν (2003/04), έπαιξε μεγάλο ρόλο στην κατάκτηση της Serie Α. Ήταν η τέταρτη κατάκτηση εθνικού τίτλου στην καριέρα του, έχοντας κατακτήσει δύο ολλανδικά πρωταθλήματα με τον Άγιαξ και ένα ισπανικό στα διάρκεια της παρουσίας του στη Μαδρίτη.


Έπαιξε  και πάλι σημαντικό ρόλο όταν η Μίλαν έφτασε στο τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ, για μια ακόμη φορά, το 2005. Ξεκίνησε βασικός στον τελικό της Κωνσταντινούπολης, με αντίπαλο τη Λίβερπουλ, στη διάρκεια του οποίου ενώ η Μίλαν πήρε προβάδισμα στο σκορ με 3-0 στο ημίχρονο, η Λίβερπουλ πραγματοποίησε αντεπίθεση στο δεύτερο, φτάνοντας στην ισοφάριση σε 3-3, στην κανονική διάρκεια του αγώνα, κατακτώντας τον τίτλο στη διαδικασία των πέναλτι. Μετά το σκάνδαλο Calciopoli που ταλαιπώρησε την Serie Α αλλά και γενικότερα το ιταλικό ποδόσφαιρο, η Μίλαν είχε αποδυναμωθεί, κατάφερε όμως να αγωνιστεί κανονικά στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις της επόμενης σεζόν, κρατώντας παράλληλα τους περισσότερους ποδοσφαιριστές της. Στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ στην Αθήνα, με αντίπαλο και πάλι την Λίβερπουλ, η Μίλαν κέρδισε με 2-1 με τον Ζέεντορφ να προσθέτει στη συλλογή του το τέταρτο του τίτλο UEFA Τσάμπιονς Λιγκ.


Την ίδια χρονιά, αποτέλεσε βασικότατο μέλος των «ροσονέρι» που κατέκτησαν το Παγκόσμιο Πρωτάθλημα Συλλόγων της FIFA, όντας έτσι ο πρώτος Ευρωπαίος παίκτης που κατακτά αυτό τον τίτλο με τρεις διαφορετικές ομάδες (Άγιαξ το 1995 και η Ρεάλ Μαδρίτης το 1998). Κατέκτησε την Ασημένια Μπάλα και στο τέλος της σεζόν 2006/07, ψηφίστηκε ως ο Καλύτερος Μέσος του Τσάμπιονς Λιγκ. Στις 4 Δεκεμβρίου έπαιξε το 100ο του παιχνίδι στη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή διασυλλογική διοργάνωση, με αντίπαλο την Σέλτικ. Στη Μίλαν, ο Ζέεντορφ είχε μια εξαιρετική συνεργασία στη μεσαία γραμμή με τους Τζενάρο Γκατούζο (Gennaro Gattuso) και Αντρέα Πίρλο (Andrea Pirlo), τριάδα που παρέμενε αναλλοίωτη από τη σεζόν 2002/03 και εξακολουθούσε να χρησιμοποιείται στην αρχική ενδεκάδα των Μιλανέζων μέχρι την σεζόν 2010/11, όταν και ο Πίρλο αποχώρησε με προορισμό την Γιουβέντους.

Έγινε ο ξένος με τις περισσότερες εμφανίσεις με την Μίλαν μετά από έναν αγώνα εναντίον της Σαμπντόρια, στην διάρκεια του οποίου πέτυχε γκολ. Με 395 εμφανίσεις, πέρασε τον Νιλς Λίντχολμ που ήταν και ο κάτοχος αυτού του ιστορικού ρεκόρ. Κατά τη διάρκεια του αγώνα με τη Σαμπντόρια, έγινε επίσης ο 9ος Κορυφαίος Ξένος Σκόρερ στην ιστορία της Μίλαν, με 58 γκολ. Κατέκτησε το δεύτερό του πρωτάθλημα με τη Μίλαν, τη σεζόν 2010/11, όπου για άλλη μια φορά έπαιξε καθοριστικό ρόλο. Σημείωσε 4 γκολ σε 36 εμφανίσεις αυτή τη σεζόν, αριθμός εντυπωσιακός για έναν μέσο ηλικίας 35 χρονών. Προσέθεσε ακόμη έναν τίτλο στην τροπαιοθήκη του, στον πρώτο επίσημο αγώνα για την σεζόν 2011/12, όπου αγωνίστηκε για ολόκληρο 90λεπτο σε μια νίκη 2-1 με ανατροπή στο σκορ, με αντίπαλο την Ίντερ, στον τελικό του Ιταλικού Σούπερ Καπ. Επίσης, πέτυχε το νικητήριο γκολ της πρώτης νίκης της Μίλαν για την σεζόν 2011/12 στη Serie Α.


Κατετάγη 7ος ανάμεσα στους 20 καλύτερους παίκτες του Τσάμπιονς Λιγκ, από την ημερομηνία ίδρυσής του πριν από 20 χρόνια. Αν και πολλοί λένε ότι θα έπρεπε να είχε καταταχθεί πολύ υψηλότερα σε αυτή την λίστα, καθώς αποτελεί τον παίκτη με τους περισσότερους τίτλους στο Τσάμπιονς Λιγκ. Η κατάταξη έγινε από το επίσημο περιοδικό της UEFA, το «Champions». Μετά από μια δεκαετία στην Μίλαν, αποφασίστηκε να μην συνεχίσει, λόγω και της ανανέωσης του Μέσου Όρου ηλικίας που έκανε η ομάδα. Το καλοκαίρι του 2012, υπέγραψε στην βραζιλιάνικη Μποταφόγκο, όπου αντιμετωπίστηκε κυριολεκτικά ως Θεός και μετά από 16 γκολ σε 58 εμφανίσεις, αποσύρθηκε από την ενεργό δράση, το 2014.


Έκανε την πρώτη του εμφάνιση για την εθνική ομάδα της Ολλανδίας, στις 14 Δεκεμβρίου του 1994, σε ηλικία 18 ετών, εναντίον του Λουξεμβούργου (5-0), για τα προκριματικά του Euro 1996, σκοράροντας στο ντεμπούτο του. Ήταν στην ολλανδική ομάδα που συμμετείχε στο τουρνουά, όπου έχασε πέναλτι στην διαδικασία, στον προημιτελικό με τη Γαλλία. Συμμετείχε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998 και στα Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα του 2000 και του 2004, φτάνοντας στα ημιτελικά και στα τρία τουρνουά. Έπαιξε τον τελευταίο από τους 87 αγώνες του για τις «τουλίπες», το 2008, για τα προκριματικά του Euro 2008 με τη Σλοβενία ​​(1-0) εκτός έδρας.  Ο τότε προπονητής της ομάδας Μάρκο φαν Μπάστεν (Marco van Basten) ευνοούσε νεότερους παίκτες. Στις 13 Μαΐου του 2008, ανακοίνωσε ότι σταματά από την εθνική ομάδα, λόγω της σύγκρουσης του με τον Φαν Μπάστεν.

Το 2014 ανέλαβε προπονητής, για μια περίοδο, της Μίλαν




PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Επαγγελματική καριέρα

  • ·         1992–1995: Amsterdamsche Football Club Ajax, 65 (11)
  • ·         1995/96: Unione Calcio Sampdoria, 32 (3)
  • ·         1996–1999: Real Madrid Club de Fútbol, 121 (15)
  • ·         2000–2002: Football Club Internazionale Milano, 64 (8)
  • ·         2002–2012: Associazione Calcio Milan, 300 (47)
  • ·         2012–2014: Botafogo de Futebol e Regatas, 58 (16)

Σύνολο καριέρας: 656 (110)

Διεθνής

  • ·         1994–2008: Ολλανδία, 87 (11)

Τίτλοι

Συλλογικοί

Με τον Ajax
  • ·         Πρωτάθλημα Ολλανδίας: 2 (1993/94, 1994/95)
  • ·         Κύπελλο Ολλανδίας: 1992/93
  • ·         Σούπερ Καπ Ολλανδίας: 2 (1993, 1994)
  • ·         UEFA Champions League: 1994/95

Με την Real Madrid
  • ·         Πρωτάθλημα Ισπανίας: 1996/97
  • ·         Σούπερ Καπ Ισπανίας: 1997
  • ·         UEFA Champions League (1): 1997–98
  • ·         Διηπειρωτικό Κύπελλο: 1998

Με την Milan
  • ·         Πρωτάθλημα Ιταλίας: 2 (2003/04, 2010/11)
  • ·         Κύπελλο Ιταλίας: 2002/03
  • ·         Σούπερ Καπ Ιταλίας: 2 (2004, 2011)
  • ·         UEFA Champions League: 2 (2002/03, 2006/07)
  • ·         Ευρωπαϊκό Super Cup: 2 (2003, 2007)
  • ·         Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων FIFA: 2007

Με την Botafogo
  • ·         Πολιτειακό Πρωτάθλημα Ρίο (Campeonato Carioca): 2013

Προσωπικές Διακρίσεις

  • ·         Ελπιδοφόρος  Παίκτης της Χρονιάς στην Ολλανδία: 2 (1993, 1994)
  • ·    Μέλος Ιδανικής Ενδεκάδας του Έτους από την Ένωση Ευρωπαίων Δημοσιογράφων Αθλητικού Τύπου: 1996/97
  • ·         Μέλος Ιδανικής Ενδεκάδας της Χρονιάς από την UEFA: 2 (2002, 2007)
  • ·         Καλύτερος Μέσος της Χρονιάς από την UEFA: 2006/07
  • ·         Καλύτερος Μέσος της Χρονιάς στην Βραζιλία (Bola de Prata): 2013
  • ·         Μέλος της λίστας των 125 Εν Ζωή Καλύτερων Ποδοσφαιριστών του Κόσμου, που συνέταξε το 2004 ο Πελέ για τα 100 Χρόνια της FIFA
  • ·         Μέλος του Hall of Fame της Milan