Δευτέρα 17 Οκτωβρίου 2016

Γκούναρ Νόρνταλ

Ο Σουηδός κεντρικός επιθετικός Γκούναρ Νόρνταλ (Nils Gunnar Nordahl), γεννήθηκε στις 19 Οκτωβρίου του 1921, στο Χέρνεφορς, μία βιομηχανική πόλη στα βορειοανατολικά της Σουηδίας. Υπήρξε ένας εξαιρετικά παραγωγικός, ισχυρός και με φυσική δύναμη επιθετικός, με διαίσθηση του γκολ, που έγινε γνωστός από τη περίοδό του στη Μίλαν από το 1949 έως το 1956, όταν κατέκτησε δύο φορές το ιταλικό πρωτάθλημα, καθώς επίσης και 5 φορές τον τίτλο του Πρώτου Σκόρερ, τις περισσότερες από οποιονδήποτε άλλο παίκτη στην ιστορία του ιταλικού πρωταθλήματος! Είναι ο Κορυφαίος Σκόρερ Όλων των Εποχών για τη Μίλαν και για αρκετό καιρό κράτησε το ρεκόρ με τα περισσότερα γκολ για έναν σύλλογο στην ιστορία του ιταλικού πρωταθλήματος, πριν να ξεπεραστεί από τον Φραντσέσκο Τότι (Francesco Totti), τον Ιανουάριο του 2013. Θεωρείται ότι είναι ένας από τις μεγαλύτερους Σουηδούς ποδοσφαιριστές όλων των εποχών και επίσης θεωρείται ως ένας από τους καλύτερους επιθετικούς στην ιστορία του ποδοσφαίρου. Είναι ο πατέρας του Τόμας Νόρνταλ (Thomas Nordahl), διεθνούς Σουηδού, με συμμετοχή στο Μουντιάλ του 1970.

Μέλος πολυμελούς οικογένειας, μεγάλωσε μαζί με άλλες 4 αδερφές και 5 αδερφούς! Όλη η οικογένεια, μία ντουζίνα άνθρωποι, έμεναν σε μία μικρή μονοκατοικία, με τη μητέρα να ασχολείται με το νοικοκυριό και τον πατέρα να δουλεύει σε ένα εργοστάσιο χαρτοπολτού. Κατά τη διάρκεια της εφηβείας του και ο μικρός Γκούναρ πέρασε από την ίδια θέση, συνεισφέροντας πολύτιμα μεροκάματα στην πολυπληθή οικογένεια. Παράλληλα, όμως, ήθελε να παίζει και ποδόσφαιρο.

Ξεκίνησε από την τοπική ομάδα, την Χέρνεφορς, στα 16 του και ξεχώριζε από όλα τα άλλα παιδιά της ηλικίας του. Πιο ψηλός και πιο γεροδεμένος από όλους, κατάφερνε να σκοράρει με χαρακτηριστική ευκολία. Τα 68 γκολ σε 41 εμφανίσεις, προσέλκυσαν το ενδιαφέρον από  τις μεγαλύτερες ομάδες της χώρας. Το 1940, με τη Σουηδία να μένει ουδέτερη στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Νόρνταλ βρήκε ποδοσφαιρική στέγη στην Ντέγκερφορς, ομάδα Α’ κατηγορίας. Σκόραρε κατά ριπάς κι εκεί, με αποτέλεσμα το 1944 να έλθει η πρόταση της πολύ πιο ισχυρής Νόρκεπινγκ, η οποία για να τον δελεάσει του πρόσφερε και δουλειά πυροσβέστη!


Εκεί, κατέκτησε 4 συνεχόμενα πρωταθλήματα, ενώ το 1945, έπειτα από έναν αγώνα κόντρα στη Λαντσκρόνα στον οποίο σκόραρε 7 γκολ, ήρθε και η κλήση στην εθνική ομάδα. Εκεί, βρήκε τον Γκούναρ Γκρεν (Johan Gunnar Gren) που αγωνιζόταν στην Γκέτεμποργκ και δύο χρόνια αργότερα και τον Νιλς Λίντχολμ (Nils Erik Liedholm), που την επόμενη χρονιά θα έβρισκε και στη Νόρκεπινγκ. Στη σουηδική Α’ κατηγορία, σκόραρε 149 γκολ σε 172 αγώνες. Στα τέλη της δεκαετίας του 1940, η Ευρώπη προσπαθούσε να μαζέψει τα κομμάτια της από τη λαίλαπα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι χώρες της Γηραιάς Ηπείρου άρχισαν να στέκονται δειλά-δειλά στα πόδια τους και να βάζουν ξανά στο προσκήνιο τον αθλητισμό, ο οποίος ύψωσε το ανάστημά του στους κομβικούς Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου το 1948.

Ήταν οι Αγώνες της «Ιπτάμενης Νοικοκυράς», της Φάνι Μπλάνκερς-Κουν (Francina "Fanny" Elsje Blankers-Koen) και του Εμίλ Ζάτοπεκ (Emil Zátopek). Ωστόσο, μακριά από το πνεύμα των Αγώνων και πολύ πίσω από την Ολλανδή σπρίντερ και τον Τσεχοσλοβάκο δρομέα, μία ποδοσφαιρική ομάδα έθελξε με τις εμφανίσεις της ακόμα και το απαιτητικό - ιδιότροπο αγγλικό φίλαθλο κοινό. Ήταν η εθνική Σουηδίας, που έχοντας σε ηγετικό ρόλο μία εκπληκτική επιθετική τριπλέτα, τους Γκούναρ Γκρεν, Γκούναρ Νόρνταλ και Νιλς Λίντχολμ, τη περίφημη «Γκρε-Νο-Λι», από τα αρχικά των επιθέτων τους, μάγεψε την ποδοσφαιρική Ευρώπη και οδήγησε τη Σουηδία στην κατάκτηση του χρυσού μεταλλίου, ανοίγοντας νέους ορίζοντες στο σουηδικό ποδόσφαιρο.


Μετά τους Αγώνες του Λονδίνου, το 1948, τα μάτια των ευρωπαϊκών ομάδων πέφτουν πάνω τους. Κυρίως, όμως, στην αιχμή της τριπλέτας, τον εντυπωσιακό και γεροδεμένο Νόρνταλ που με ύψος 1,85 μ. και βάρος 95 κιλά (!), «γεμίζει» τις αντίπαλες περιοχές! Στο Λονδίνο έγιναν γνωστοί κι ένα χρόνο αργότερα άρχισαν να γράφουν από την αρχή την ιστορία μιας ομάδας που έψαχνε να βρει τα πατήματά της. Με επικεφαλής τον Νόρνταλ, η Μίλαν  θα ανακτούσε τα πρωτεία στην Ιταλία και θα καθιερωνόταν σε ευρωπαϊκό επίπεδο! Στα χρόνια του Μεσοπολέμου, οι Μιλανέζοι βρίσκονταν σε παρακμή και κατάφεραν να βγουν από την αφάνεια, βάζοντας μπόλικο κίτρινο και μπλε χρώμα στη ροσονέρι εμφάνισή τους...


Η μάχη Μίλαν - Γιουβέντους

Η «μάχη» για την απόκτηση του Νόρνταλ δεν ήταν εύκολη. Η Γιουβέντους και η Μίλαν θα τον πλησιάσουν πρώτες, στις αρχές του 1949 και θα τον πείσουν κατ’ αρχάς να μετακομίσει στην Ιταλία. Εκείνη την εποχή, οι δύο ομάδες πολιορκούσαν και έναν άλλον επιθετικό, τον Δανό Γιόχανς Πλέγκερ (Johannes Pløger), ο οποίος φαινόταν να καταλήγει στη Μίλαν. Ωστόσο, κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, η Γιουβέντους έκλεψε τον Δανό από τους «ροσονέρι», κίνηση η οποία προκάλεσε ιδιαίτερη αίσθηση στο ιταλικό ποδόσφαιρο. Ο Νόρνταλ πέγραψε στη Μίλαν στις 22 Ιανουαρίου του 1949 και ο αστικός μύθος της εποχής λέει πως το αφεντικό της ομάδας του Τορίνου, o Τζιοβάνι Ανιέλι (Giovanni "Gianni" Agnelli), για να ρίξει τους τόνους άφησε τον Νόρνταλ να αγωνιστεί στη Μίλαν, με τη... δικαιολογία ότι δεν τον χρειάζεται η ομάδα του που είχε αποκτήσει τον Δανό. Η Ιστορία έδειξε πως ο Ανιέλι είχε κάνει λάθος, αφού ο Νόρνταλ στο Μιλάνο έχτισε ένα μοναδικό μύθο, έχοντας και τη βοήθεια των συμπατριωτών του, λίγους μήνες αργότερα. Αντίθετα, ο Δανός δεν στέριωσε στο Τορίνο!


Ωστόσο, ο Νόρνταλ έπρεπε να πληρώσει ένα ακριβό τίμημα. Θα έπρεπε να γίνει επαγγελματίας, κάτι που σήμαινε πως δεν θα είχε πια δικαίωμα συμμετοχής στην εθνική ομάδα της χώρας του, στην οποία το ποδόσφαιρο ήταν σε ερασιτεχνικό επίπεδο. Ήξερε, όμως, πως αυτή ήταν η χρυσή ευκαιρία του να βγάλει από τη μιζέρια τον ίδιο και την οικογένειά του. Υπέγραψε συμβόλαιο 2,5 ετών με τη Μίλαν, έχοντας μηνιαίο μισθό 1.300 σουηδικές κορώνες, πήρε ως πριμ άλλες 25.000, αλλά και ένα μεγάλο διαμέρισμα. Ταυτόχρονα, έγινε ο πρώτος επαγγελματίας Σουηδός ποδοσφαιριστής, ανοίγοντας τον δρόμο και σε άλλους παίκτες της πατρίδας του, γεγονός που αργότερα άλλαξε το καθεστώς στο σουηδικό ποδόσφαιρο, το οποίο δεν μπορούσε πια να ακολουθεί τον δρόμο του ερασιτεχνισμού.

Η «σφραγίδα» του στην αναγέννηση των «ροσονέρι»

Από την πρώτη του κιόλας χρονιά στη Μίλαν έδειξε τις εκτελεστικές του ικανότητες. Αγωνιζόμενος από τον Ιανουάριο και μετά, κατάφερε μέχρι το τέλος της σεζόν 1948/49 να σκοράρει 16 γκολ σε 15 ματς! Ο Νόρνταλ ήταν αποφασισμένος να βγάλει τη Μίλαν από τη μετριότητα στην οποία είχε περιέλθει. Ο τότε τεχνικός των «ροσονέρι», ο Ούγγρος Λάγιος Τσέιζλερ (Lajos Czeizler), αντιλήφθηκε πως ο Νόρνταλ με την κατάλληλη βοήθεια θα μπορούσε να επαναφέρει την ομάδα στην κορυφή. Και ποια καλύτερη συνταγή από την ήδη επιτυχημένη της «Γκρε-Νο-Λι»; Οι Γκούναρ Γκρεν και Νιλς Λίντχολμ ακολούθησαν κι αυτοί τα χνάρια του συμπατριώτη τους και το καλοκαίρι του 1949 έσμιξαν ξανά όλοι μαζί.


Την πρώτη χρονιά κόντραραν στα ίσα τη Γιουβέντους και η επόμενη τους ανήκε! Η Μίλαν κατέκτησε τον τίτλο μετά 44 χρόνια, με τον Νόρνταλ να σκοράρει 35 γκολ, τα περισσότερα από τα οποία προήλθαν από συνεργασία των τριών Σουηδών. Τα 35 γκολ του τη περίοδο 1949/50, ήταν τα περισσότερα στο ιταλικό πρωτάθλημα, μέσα σε μια περίοδο! Μετά από 66 χρόνια (!!!) το ρεκόρ αυτό έσπασε από τον Αργεντίνο Γκονζάλο Χιγκουαΐν (Gonzalo Higuain) τη σεζόν 2015/16, όταν σκόραρε 36. Έμεινε στο Μιλάνο μέχρι το 1956, κατακτώντας άλλο ένα πρωτάθλημα και συμβάλλοντας καθοριστικά στην αναγέννηση της Μίλαν. Αναδείχθηκε 5 φορές πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος (1949/50, 1950/51, 1952/53, 1953/54 και 1954/55), συμπεριλαμβανομένων τριών συνεχόμενων, με αυτό το σερί-ρεκόρ αργότερα να ισοφαρίζεται από τον Μισέλ Πλατινί (Michel Platini), ενώ παραμένει πρώτος σκόρερ της Μίλαν με 210 γκολ σε 257 εμφανίσεις στη Serie A! Επίσης, κατέχει την 3η θέση των «κανονιέρηδων» στο ιταλικό πρωτάθλημα με 225 γκολ σε 291 αγώνες, αφού πέτυχε άλλα 15 με τη Ρόμα, από το 1956 έως το 1958, πίσω από τους Σίλβιο Πιόλα (Silvio Piola) με 275 και τον Φραντσέσκο Τότι (Francesco Totti) με 227! Είναι ο Κορυφαίος μη-Ιταλός και είναι επίσης ο πιο αποτελεσματικός σκόρερ στη Serie Α Όλων των Εποχών, με ένα μέσο όρο 0,77 γκολ / παιχνίδι!


Κλήθηκε για πρώτη φορά στη σουηδική εθνική ομάδα το 1945. Το 1948, τη βοήθησε να κατακτήσει το Ολυμπιακό Χρυσό Μετάλλιο, αναδεικνυόμενος και πρώτος σκόρερ του τουρνουά. Στη σουηδική ομάδα περιλαμβάνονταν επίσης οι αδελφοί του Μπερτίλ (Bertil Nordahl) και Κνουτ (Knut Nordahl). Η μεταγραφή του στη Μίλαν, τον ανάγκασε να αποσυρθεί από την εθνική ομάδα, καθώς οι κανόνες εκείνης της εποχής εμπόδιζαν επαγγελματίες να αγωνίζονται στη σουηδική εθνική ομάδα! Εξαιτίας αυτού, δεν κλήθηκε στο Παγκόσμιο Κύπελλο  του 1950 μαζί με τους συμπαίκτες του Γκρεν και Λίντχολμ. Σε 33 παιχνίδια του στην εθνική ομάδα, σκόραρε συνολικά 43 γκολ, ένα μέσο όρο περίπου 1,5 γκολ / παιχνίδι! Παραμένει ο 3ος Κορυφαίος Σκόρερ στην ιστορία της εθνικής Σουηδίας πίσω από Ζλάταν Ιμπραχίμοβιτς (Zlatan Ibrahimović) και τον Σβεν Ρίντελ (Sven Rydell).


Τα δύο από τα αδέρφια του αγωνίστηκαν κι αυτά στην Ιταλία. Ο Μπερτίλ στην Αταλάντα και ο Κνουτ στη Ρόμα. Επίσης, ο γιος του, Τόμας (Thomas Nordahl), ήταν μέλος της ομάδας της Σουηδίας που πήρε μέρος στο Μουντιάλ του 1970. Ο σπουδαίος φορ, στη συνέχεια ασχολήθηκε με την προπονητική, σε συλλόγους στην πατρίδα του, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία, παίρνοντας μια 2η θέση στο σουηδικό πρωτάθλημα με τη Ντέγκερφορς το 1962 και ένα Κύπελλο το 1969 με τη «παλιά αγάπη» του, τη Νόρκεπινγκ. Αργότερα, το 1980 επέστρεψε και έμενε μόνιμα στην Ιταλία. Ο Γκούναρ Νόρνταλ, πέθανε στις 15 Σεπτεμβρίου του 1995, σε ηλικία 73 ετών, από καρδιακή προσβολή στο Αλγκέρο της Σαρδηνίας.


PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Επαγγελματική καριέρα

  • 1937–1940: Hörnefors Idrottsförening, 41 (68)
  • 1940–1944: Degerfors Idrottsförening, 77 (56)
  • 1944–1949: Idrottsföreningen Kamraterna Norrköping, 95 (93)
  • 1949–1956: Associazione Calcio Milan, 257 (210)
  • 1956–1958: Associazione Sportiva Roma, 34 (15)

Σύνολα καριέρας: 504 αγώνες (442)

Διεθνής

  • 1942–1948: Σουηδία, 33 (43)

Προπονητική καριέρα

  • 1958/59: Associazione Sportiva Roma (παίκτης-προπονητής)
  • 1959–1961: Karlstads BIK
  • 1961–1964: Degerfors Idrottsförening
  • 1967–1970: Idrottsföreningen Kamraterna Norrköping
  • 1971–1973: Idrottsförening Saab
  • 1974: Idrottsklubben Sleipner
  • 1975/76: Östers Idrottsförening
  • 1977/78: Allmänna Idrottsklubben (ΑΙΚ) -Fotboll
  • 1979/80: Idrottsföreningen Kamraterna Norrköping

Τίτλοι

Συλλογικοί

Με την Norrköping
  • Πρωτάθλημα Σουηδίας:  4 (1945, 1946, 1947, 1948)
  • Κύπελλο Σουηδίας: 1945

Με τη Milan
  • Πρωτάθλημα Ιταλίας: 2  (1950/51, 1954/55)
  • Λατινικό Κύπελλο: 2 (1950/51, 1955/56)

Διεθνείς

Με τη Σουηδία
  • Ολυμπιακοί  Αγώνες: Χρυσό Μετάλλιο στο Λονδίνο το 1948

Προσωπικές Διακρίσεις

  • Ποδοσφαιριστής της Χρονιάς στη Σουηδία: 1947
  • Πρώτος Σκόρερ Σουηδικού Πρωταθλήματος: 4 (1943, 1945, 1946, 1948)
  • Πρώτος Σκόρερ Ολυμπιακού Τουρνουά Ποδοσφαίρου: 1948
  • Πρώτος Σκόρερ Ιταλικού Πρωταθλήματος: 5 (1950, 1951, 1953, 1954, 1955)
  • Μέλος του Hall of Fame  της Milan