Τρίτη 12 Ιανουαρίου 2016

Νίκος Σαργκάνης: Το Φάντομ

Ο Έλληνας τερματοφύλακας Νίκος Σαργκάνης, γεννήθηκε στις 13 Ιανουαρίου του 1954, στη Ραφήνα. Ξεκίνησε την ποδοσφαιρική του καριέρα ως ακραίος μπακ στον Ηλυσιακό. Μεταπήδησε στη θέση του τερματοφύλακα, υπό την καθοδήγηση του προπονητή του, του Χρήστου Ρίμπα, παλιού γκολκίπερ-θρύλου της ΑΕΚ, της δεκαετίας του 1930. Μεταγράφηκε στην Καστοριά το 1977 και έπαιξε για τους «γουναράδες» μέχρι το τέλος της σεζόν του 1980. Ήταν μέλος της ομάδας που συγκλόνισε το ελληνικό ποδόσφαιρο με τη νίκη της στον τελικό του Κυπέλλου το 1980. Μεταγράφηκε  τον Ολυμπιακό, όπου έπαιξε από το 1981 μέχρι το τέλος της σεζόν του 1985. Στη συνέχεια εντάχθηκε στον Παναθηναϊκό και έπαιξε με τα πράσινα για τα επόμενα πέντε χρόνια. Συνέχισε την καριέρα του, παίζοντας για 2 σεζόν με τον Αθηναϊκό και τη τελείωσε παίζοντας για τον ΠΑΟΚ το 1993.


Ήταν  58 φορές διεθνής με τη ελληνική εθνική ομάδα και καθιερώθηκε στις συνειδήσεις των Ελλήνων φιλάθλων, τη μαγική «Νύχτα της Κοπεγχάγης», στις 15 Οκτωβρίου του 1980, όταν στην πρώτη φορά που φόρεσε τη φανέλα της εθνικής ομάδας, με τις αποκρούσεις του και την εν γένει παρουσία του, «σταμάτησε» μόνος του τους Δανούς, διατηρώντας τη νίκη με 1-0 της εθνικής μας ομάδας. Ο δανικός Τύπος είναι που του έδωσε και το παρατσούκλι «Φάντομ» με το οποίο έγινε γνωστός σε όλο το υπόλοιπο της καριέρας του.


Γιος του Βασίλη και της Καλομοίρας, από μικρός ήταν ένα ήσυχο παιδί, χωρίς πολλές ανησυχίες. Μετά τον θάνατο του πατέρα του, θεώρησε χρέος του να είναι πάντα στο πλευρό της μητέρας του και των αδελφών του. Αναδείχθηκε από τον Ηλυσιακό, στον οποίο αγωνιζόταν από την περίοδο 1971/72 ως το 1977. Αρχικά ήταν δεξιός ακραίος αμυντικός και άρχισε να αγωνίζεται ως τερματοφύλακας έπειτα από υπόδειξη και επιμονή του παλιού διεθνή τερματοφύλακα της ΑΕΚ, Χρήστου Ρίμπα, τότε προπονητή της ομάδας, όταν ο βασικός τερματοφύλακας  κρίθηκε ανεπαρκής. Στον Ηλυσιακό είχε μια εξαιρετική πορεία στο πρωτάθλημα Β΄ Εθνικής, όταν σημείωσε ένα μεγάλο σερί αγώνων χωρίς να δεχτεί γκολ, για σχεδόν μια ολόκληρη περίοδο!


Το 1977 πήγε στην Καστοριά, με την οποία έκανε ντεμπούτο στην Α΄ Εθνική στις 11 Σεπτεμβρίου του 1977. Κάποια στιγμή, σκέφτηκε να τα παρατήσει και ν' ακολουθήσει το επάγγελμα του Ηλεκτρομηχανολόγου που είχε σπουδάσει. Πραγματοποίησε καταπληκτικές εμφανίσεις, με αποκορύφωμα την εκπληκτική πορεία της ομάδας στο Κύπελλο Ελλάδας της περιόδου 1979/80, το οποίο και  κατέκτησε νικώντας με 5-2 τον Ηρακλή Θεσσαλονίκης, στον τελικό στην Νέα Φιλαδέλφεια.


Επόμενος σταθμός στην καριέρα του ήταν ο Ολυμπιακός, ενώ παράλληλα κλήθηκε στην εθνική ομάδα. Με τον Ολυμπιακό κατέκτησε τα 3 από τα 4 πρώτα επαγγελματικά πρωταθλήματα (1980/81, 1981/82, 1982/83) και ένα Κύπελλο Ελλάδος, το 1981.


Το 1985 πήρε μεταγραφή στον μεγάλο αντίπαλο της ομάδας του Πειραιά, τον Παναθηναϊκό, όπου αγωνίστηκε για πέντε περιόδους. Με τη νέα του ομάδα κατέκτησε άλλα δύο πρωταθλήματα (1985/86, 1979/90) και τρία Κύπελλα Ελλάδος (1986, 1988, 1989).


Το 1990 μεταγράφηκε στον Αθηναϊκό, στον οποίο είχε άλλη μια επιτυχημένη παρουσία, καθώς τερμάτισε στην 6η θέση στο πρωτάθλημα και έφτασε ως τον τελικό του Κυπέλλου το 1991, για πρώτη φορά στην ιστορία του συλλόγου. Ως φιναλίστ ο Αθηναϊκός κέρδισε την έξοδο στο Κύπελλο Κυπελλούχων της επόμενης περιόδου 1991/92, στο οποίο κληρώθηκε με την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Στους δύο αγώνες, ο Νίκος Σαργκάνης ήταν ο πρωταγωνιστής και με τις καταπληκτικές του αποκρούσεις, ειδικά στον επαναληπτικό του Ολντ Τράφορντ, κράτησε την εστία του ανέπαφη. Οι δύο αγώνες έληξαν με 0-0 και ο δεύτερος οδηγήθηκε στην παράταση, όπου τελικά «λύγισε» με 0-2. Αυτή ήταν η τελευταία μεγάλη του εμφάνιση. Την περίοδο 1992/93 είχε ένα σύντομο πέρασμα από τον ΠΑΟΚ, όπου έκλεισε την καριέρα του.


Μία από τις πιο ξεχωριστές του διακρίσεις σημειώθηκε στις 8 Μαΐου του 1988, στον τελικό του Κυπέλλου, ο οποίος κρίθηκε στα πέναλτι, ο Νίκος Σαργκάνης χτύπησε εύστοχα ένα πέναλτι και απέκρουσε τα πέναλτι των Μηνά Χατζίδη και Χουάν Χιλμπέρτο Φούνες (Juan Gilberto Funes), χάρισε στον Παναθηναϊκό το Κύπελλο κι έριξε τον Ολυμπιακό στο καναβάτσο.


Είναι ο πρώτος ποδοσφαιριστής που κατέκτησε το Κύπελλο Ελλάδος με τρεις διαφορετικούς συλλόγους: Καστοριά το 1980, Ολυμπιακό το 1981 και Παναθηναϊκό τις χρονιές 1986, 1988 και 1989. Επίσης, είναι ο μοναδικός που έπαιξε σε τελικό με τέσσερις διαφορετικές ομάδες, αφού εκτός των τριών παραπάνω συλλόγων, αγωνίστηκε και στον τελικό του 1991 με τον Αθηναϊκό.


Στην Εθνική Ελλάδας
Στην Εθνική Ελλάδας κλήθηκε για πρώτη φορά το φθινόπωρο του 1980. Έκανε εντυπωσιακό ντεμπούτο την Τετάρτη, 15 Οκτωβρίου του 1980, στην εκτός έδρας νίκη με 1-0 επί της Δανίας για τα προκριματικά του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1982. Εκείνη την περίοδο ο Λευτέρης Πουπάκης και ο Βασίλης Κωνσταντίνου, υπερασπίζονταν την εστία του αντιπροσωπευτικού συγκροτήματος, όμως ο αείμνηστος Αλκέτας Παναγούλιας είχε ειδοποιήσει τον 26χρονο, τότε, Σαργκάνη να προπονείται εντατικά.


Το καλοκαίρι του 1980 ο φύλακας-άγγελος της κυπελλούχου Καστοριάς είχε πάρει μεταγραφή στον πρωταθλητή Ολυμπιακό και περίμενε με ανυπομονησία το ντεμπούτο του στην Εθνική ομάδα. Μάλιστα, είχε ταξιδέψει στην Αυστρία μαζί με τον Πουπάκη για μία μίνι προετοιμασία (ο Κωνσταντίνου είχε μείνει στην Αθήνα) πριν από το ματς με την Δανία.


Ο Πουπάκης επρόκειτο να υπερασπιστεί τη «γαλανόλευκη» εστία στο ματς του «Ίντρετς Πάρκεν», αλλά ο τραυματισμός του στο μηνίσκο άλλαξε τα σχέδια του Παναγούλια, ο οποίος τηλεφώνησε στον Κωνσταντίνου και του είπε να ταξιδέψει στην Αυστρία. Όλοι πίστεψαν ότι ο γκολκίπερ του Παναθηναϊκού θα έπαιρνε φανέλα βασικού, όμως ο κόουτς είχε άλλα σχέδια. Παραμονή του αγώνα και αφού πρώτα ρώτησε τον Σαργκάνη αν είναι έτοιμος, αποφάσισε να τον χρησιμοποιήσει, καθώς είχε πειστεί από τα λόγια του για την ετοιμότητα και τη θέλησή του να αποδείξει ότι μπορούσε να ανταποκριθεί στις δύσκολες απαιτήσεις.


Η ισχυρότατη Δανία της εποχής άσκησε ασφυκτική πίεση στο μεγαλύτερο διάστημα της αναμέτρησης, αλλά ο γκολκίπερ από την Ραφήνα ήταν ανίκητος στο ντεμπούτο του. Οι εκπληκτικές του αποκρούσεις, με κορυφαία μια αστραπιαία αντίδρασή του σε σουτ βολέ του περίφημου Άλαν Σίμονσεν (Alan Simonsen) στο 70ο  λεπτό της αναμέτρησης, έμεινε στην ιστορία κι αποτέλεσε highlight της βραδιάς, η οποία ολοκληρώθηκε με νίκη της Εθνικής χάρη στην απευθείας εκτέλεση φάουλ του Ντίνου Κούη στο 50ο  λεπτό (1-0). Πάρα πολλές ήταν οι φορές που χρειάστηκε να κάνει μία απόκρουση ή μία έξοδο για να σώσει την εστία του.

Δείτε μερικές φάσεις από τον αγώνα, το γκολ του Ντίνου Κούη και φυσικά την μεγάλη απόκρουση του Νίκου Σαργκάνη στο σουτ του Άλαν Σίμονσεν …

«Οι Δανοί δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι έχαναν γκολ είτε πήγαιναν άουτ είτε τα έχαναν εξαιτίας του Σαργκάνη», είπε ο Κούης, ενώ ο ήρωας του αγώνα είπε για την απόκρουση στο κοντινό σουτ του ολομόναχου Σίμονσεν: «Ήταν η πιο σημαντική. Η κρισιμότητα του αγώνα έδωσε αυτή την αίγλη στην απόκρουση». Ο σπουδαίος επιθετικός, τότε, της Μπαρτσελόνα έδωσε συγχαρητήρια στον Σαργκάνη, ο οποίος βαφτίστηκε «Φάντομ»  από τις εφημερίδες της Δανίας και αποθεώθηκε από τον ελληνικό Τύπο.


«Το ελληνικό φάντομ απογειώθηκε», «Ο άνθρωπος με πέντε χέρια», «Ο τερματοφύλακας σαρανταποδαρούσα», «Ένας 100χειρας στην Κοπεγχάγη», ήταν μεταξύ άλλων οι τίτλοι των δανικών εφημερίδων. Το παρατσούκλι «Φάντομ» του έμεινε ως το τέλος της καριέρας του. Πρόκειται, αναμφίβολα, για το ματς που τον καθιέρωσε κάτω από τα «γαλανόλευκα» γκολκπόστ και τον απογείωσε στη συνείδηση των φιλάθλων. Με την Εθνική αγωνίστηκε ως το 1991 και έπαιξε συνολικά σε 58 αγώνες.


Μετά τη λήξη του αγώνα ο Νίκος Σαργκάνης κάλεσε την οικογένειά του στην Αθήνα. «Πώς σου φάνηκα μάνα;» ήταν οι πρώτες λέξεις που είπε στην μητέρα του. «Έπιανες πουλιά στον αέρα παιδί μου…», ήταν η απάντηση της μητέρας του. Ο Σαργκάνης κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας της Εθνικής, αλλά και πριν από το μεγάλο παιχνίδι, μιλούσε τηλεφωνικώς με τη μητέρα του και τις αδερφές του για να πάρει κουράγιο. Το πλήρωσε ακριβά, καθώς ο λογαριασμός του τηλεφώνου έφτασε τις 7.800 κορώνες Δανίας, ένα εξωφρενικό για την εποχή ποσό!


Αγωνίζεται με την ομάδα του Βραδυποριακού (οι παλαίμαχοι του Ολυμπιακού) και μαζί με τον Ηλία Μπέριο, έχει στο Γουδί ακαδημία ποδοσφαίρου για παιδιά και έφηβους. Ο πρώην τερματοφύλακας συμμετέχει και σε σεμινάρια ποδοσφαίρου.

PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα


  • 1971-1974: Ηλυσιακός Αθλητικός Όμιλος

Επαγγελματική καριέρα


  • 1974-1977: Ηλυσιακός Αθλητικός Όμιλος, 89 (0)
  • 1977-1980: Αθλητικός Γυμναστικός Σύλλογος Καστοριάς «Καστοριά», 78 (0)
  • 1980-1985: Ολυμπιακός Σύνδεσμος Φιλάθλων Πειραιώς, 144 (4)
  • 1985-1990: Παναθηναϊκός Αθλητικός Όμιλος, 85 (2)
  • 1990-1992: Αθηναϊκός Αθλητικός Σύλλογος, 37 (0)
  • 1992/93: Πανθεσσαλονίκειος Αθλητικός Όμιλος Κωνσταντινουπολιτών (ΠΑΟΚ), 0 (0)
Σύνολο καριέρας: 433 (6)

Διεθνής


  • 1972: Ολυμπιακή Ομάδα της Ελλάδας
  • 1980-1991: Ελλάδα, 58 (0)

Τίτλοι

Με την Καστοριά 

  • Κύπελλο Ελλάδος: 1979/80

Με τον Ολυμπιακό

  • Πρωτάθλημα Ελλάδος:3 (1980/81, 1981/82,1982/83) 
  • Κύπελλο Ελλάδος: 1980/81, 

Με τον Παναθηναϊκό

Πρωτάθλημα Ελλάδος: 2 (1985/86, 1989/90)
Κύπελλο Ελλάδος: 3 (1985/86,1987/88, 1988/89)

Με τον Αθηναϊκο

  • Κύπελλο Ελλάδος: φιναλίστ το 1990/91