Δευτέρα 9 Νοεμβρίου 2015

Αντρέας Μπρέμε

Ο (Δυτικο)-Γερμανός αριστερός ακραίος αμυντικός ή και μέσος, Αντρέας Μπρέμε (Andreas "Andy" Brehme) γεννήθηκε στις 9 Νοεμβρίου του 1960 στο Αμβούργο. Είναι περισσότερο γνωστός για το νικητήριο γκολ που πέτυχε για τη Γερμανία στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1990, εναντίον της Αργεντινής, με ένα πέναλτι στο 85ο  λεπτό. Θεωρείται ως ένας από τους Καλύτερους Εκτελεστές φάουλ και Πασαδόρους Όλων των Εποχών. Αυτή η  ειδική ικανότητα του Μπρέμε ήταν απόρροια του γεγονότος ότι ήταν ένας από τους λίγους παίκτες στον κόσμο που μπορούσε να παίζει και με τα δύο πόδια εξίσου καλά, κάνοντας τον πολύτιμο εργαλείο στον αγωνιστικό χώρο. Ήταν γνωστός για τις εκτελέσεις πέναλτι (αν και όχι αποκλειστικά) με το δεξί πόδι και τα φάουλ στις γωνίες με το αριστερό του πόδι. Πιστεύεται ότι ο ίδιος ο Μπρέμε αισθανόταν το δεξί του πόδι πιο ακριβές από τo αριστερ;o του, το οποίο όμως ήταν πιο δύσκολο. Αυτό φάνηκε όταν, στον τελικό του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 1990, σούταρε το πέναλτι που έκρινε τον αγώνα με το δεξί, αλλά τέσσερα χρόνια νωρίτερα, το 1986 στον προημιτελικό εναντίον του Μέξικο, σκόραρε με το αριστερό. Αν και ήταν κυρίως ένας  αμυντικός παίκτης, είχε δείξει μια εξαιρετική ικανότητα ως σκόρερ, αφού πέτυχε γκολ για κάθε σύλλογο που αγωνίστηκε.


Καταπιάστηκε πολύ γρήγορα με το ποδόσφαιρο. Έγινε δεκτός στα τμήματα υποδομής της HSV Μπάρμπεκ-Ούλενχορστ, όπου και παρέμεινε μέχρι και τα 18 του χρόνια. Το 1978, υπέγραψε επαγγελματικό συμβόλαιο στον ίδιο σύλλογο, στον οποίο και παρέμεινε μέχρι και το 1980. Καθημερινά, αρκετοί ανιχνευτές ταλέντων παρακολουθούσαν από κοντά τους αγώνες της Μπάρμπεκ, προκειμένου να διαμορφώσουν μία πιο ολοκληρωμένη άποψη για τον βραχύσωμο Γερμανό.


Το μεγαλύτερο προσόν του ήταν η απίστευτη ικανότητά του να χρησιμοποιεί το ίδιο καλά και τα δύο του πόδια, προκαλώντας αρκετά προβλήματα στους αντιπάλους του. Αυτό το χάρισμά του ήταν που τον οδήγησε στην Σααρμπρίκεν, στην οποία παρέμεινε για ένα μόλις χρόνο. Κατά τη διάρκεια της αγωνιστικής περιόδου 1980/81, αγωνίστηκε σε 36 παιχνίδια της Β' κατηγορίας στη Γερμανία, πετυχαίνοντας μάλιστα 3 γκολ. Οι νέες εκπληκτικές του εμφανίσεις, όντας μόλις 21 ετών, αποτέλεσαν το διαβατήριο για τη μεταγραφή του στην Καϊζερσλάουτερν. Στα πέντε χρόνια που διετέλεσε παίκτης της ομάδας της Ρηνανίας, τη βοήθησε να «ανέβει» στη Μπουντεσλίγκα, ενώ πλέον είχε αρχίσει να εξελίσσεται σε έναν από τους κορυφαίους πλάγιους αμυντικούς της Γερμανίας, ντεμπουτάροντας και στην εθνική Ανδρών.


Σε σύνολο 131 αγώνων, από το 1981 μέχρι και το 1986, ο χαρισματικός αριστερός μπακ βρήκε το δρόμο προς τα αντίπαλα δίχτυα 36 φορές. Οι άμυνες μπορούσαν μόνο να ελπίζουν κάθε φορά που ο Μπρέμε ετοιμαζόταν να εκτελέσει κάποιο πέναλτι ή φάουλ. Η ταχύτατη πρόοδός του δεν άφησε ασυγκίνητη τη Μπάγερν Μονάχου. Έτσι, το καλοκαίρι του 1986, υπέγραψε συμβόλαιο συνεργασίας με τους «Βαυαρούς», ενώνοντας τις δυνάμεις του με τον Λόταρ Ματέους (Lothar Matthäus). Έχοντας πλέον πετύχει τον πρώτο μεγάλο στόχο του, ο οποίος δεν ήταν άλλος από το να καταξιωθεί στο υψηλότερο επίπεδο στη Γερμανία, είχε έρθει η στιγμή που ονειρευόταν για πάρα πολλά χρόνια, η οποία δεν ήταν άλλη από την κατάκτηση του πρωταθλήματος και του κυπέλλου Γερμανίας αλλά και η εδραίωση στα κορυφαία ονόματα της Μπουντεσλίγκα.


Παρέμεινε στην υπερδύναμη του Μονάχου μέχρι και το 1988, κατακτώντας το πρωτάθλημα και το Σούπερ Καπ του 1987. Απέτυχε όμως να αναδειχθεί πρωταθλητής Ευρώπης, καθώς στον μεγάλο τελικό του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, η Μπάγερν γνώρισε την ήττα με 2-1 από την Πόρτο. Στη μίνι θητεία του στη Βαυαρία, ο Μπρέμε αγωνίστηκε σε 59 αγώνες πρωταθλήματος, «ματώνοντας» τις αντίπαλες άμυνες 7 φορές. Παρ’ όλα αυτά, είχε ανάγκη να αλλάξει παραστάσεις. Ήθελε νέες προκλήσεις, οι οποίες θα του επέτρεπαν να εξελιχθεί ακόμα περισσότερο, φτάνοντας στην κατάκτηση ενός ευρωπαϊκού τροπαίου.


Viva Inter

Η Ίντερ φάνταζε ως ο ιδανικός προορισμός για τον ίδιο. Αγωνίστηκε στην ομάδα του Μιλάνου από το 1988 μέχρι και το 1992. Σε 116 αναμετρήσεις στο ιταλικό πρωτάθλημα, ο Μπρέμε σκόραρε 11 φορές, ενώ στην άμυνα συνέχισε να κάνει αυτό που ήξερε καλύτερα από τον καθένα. Οι αντίπαλοι επιθετικοί αντιμετώπιζαν απίστευτα προβλήματα από τον αριστεροπόδαρο Γερμανό βιρτουόζο, ο οποίος όμως δεν επαναπαυόταν στα ανασταλτικά του καθήκοντα. Στην τετραετή θητεία του στην Ίντερ, βελτίωσε ακόμη περισσότερο το παιχνίδι του, καθώς έγινε πιο δημιουργικός στον οργανωτικό τομέα. Με τη φανέλα της Ίντερ κατέκτησε το πρωτάθλημα και το Σούπερ Καπ Ιταλίας του 1989, ενώ το 1991 ανακηρύχθηκε Κυπελλούχος Ευρώπης. Στο διπλό τελικό εκείνης της χρονιάς, η Ίντερ επικράτησε, στον ιταλικό εμφύλιο, της Ρόμα με συνολικό σκορ 2-1, κατακτώντας το πρώτο της ευρωπαϊκό τρόπαιο μετά το μακρινό Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1965


Ο μεγαλύτερος στόχος της καριέρας του, μαζί με την κατάκτηση του παγκοσμίου πρωταθλήματος του 1990, είχε επιτευχθεί. Μετά και το πέρας της αγωνιστικής περιόδου 1991/92, ετοίμασε τις βαλίτσες του για την Primera Division, για λογαριασμό της Ρεάλ Σαραγόσα. Η παρουσία του όμως στα ισπανικά γήπεδα δεν ήταν αντάξια του ονόματός του. Αγωνίστηκε σε 24 αγώνες, πετυχαίνοντας μόλις ένα γκολ, με την απόδοσή του να κυμαίνεται σε μέτρια επίπεδα. Μάλιστα, στον τελικό του κυπέλλου Ισπανίας, η Σαραγόσα έχασε από τη Ρεάλ Μαδρίτης με 2-0 και έτσι, η ευκαιρία του να κατακτήσει κάποιο τίτλο και στη χώρα της Ιβηρικής Χερσονήσου, γλίστρησε μέσα από τα χέρια του.


Η επιστροφή στα πάτρια εδάφη ήταν μονόδρομος για το βέλος από το Αμβούργο. Έτσι, το καλοκαίρι του 1993 υπέγραψε συμβόλαιο με την Καϊζερσλάουτερν. Παρέμεινε στην ομάδα που του έδωσε την ευκαιρία να αγωνιστεί στο υψηλότερο επίπεδο μέχρι το 1998. Σε αυτά τα πέντε χρόνια, κατέκτησε ένα πρωτάθλημα (1998) και ένα κύπελλο Γερμανίας (1996) κόντρα στην Καρλσρούη, παίζοντας υπό τις οδηγίες του πρώην ομοσπονδιακού τεχνικού της Ελλάδας, Ότο Ρεχάγκελ! Μάλιστα ο Μπρέμε, αποβλήθηκε με δεύτερη κίτρινη κάρτα στο 72ο λεπτό του τελικού. Αμέσως μετά την κατάκτηση του πρωταθλήματος αποσύρθηκε από την ενεργό δράση. Συνολικά, σε 509 αγώνες σε επίπεδο εθνικών πρωταθλημάτων, ο Μπρέμε βρήκε το δρόμο προς τα αντίπαλα δίχτυα 65 φορές, παρουσιάζοντας στο ευρύ ποδοσφαιρικό κοινό ένα πιο σύγχρονο «μοντέλο» αμυντικού παίκτη.


Πρωταθλητής Κόσμου με τα Πάντσερ
Με την Εθνική ομάδα της Γερμανίας, είχε 86 συμμετοχές και 8 γκολ. Το πρώτο ματς με τα γερμανικά εθνικά χρώματα το έπαιξε στις 15 Φεβρουαρίου του 1984, με την  Βουλγαρία (3-2) στη Βάρνα. Έχει αγωνιστεί μαζί της σε 3 Παγκόσμια Κύπελλα (1986, 1990, 1994), καθώς και σε τρία Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα (1984, 1988 1992). Η κορυφαία στιγμή της καριέρας του με τα «πάντσερ» είναι αναμφίβολα η κατάκτηση του Παγκόσμιου Κυπέλλου του 1990 απέναντι στην Αργεντινή του Ντιέγκο Μαραντόνα (Diego Armando Maradona). Το πέναλτι-μαϊμού (αυτή είναι η αλήθεια) στο 85ο λεπτό της αναμέτρησης, έδωσε την ευκαιρία στη Γερμανία να εκδικηθεί για το χαμένο τελικό του 1986, απέναντι στην ίδια ομάδα (3-2 τελικό σκορ). Επίσης, με τη Nationalmannschaft έφτασε ένα βήμα από την κατάκτηση του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος του 1992, όμως το εμπόδιο της εκπληκτικής Δανίας (2-0 στον μεγάλο τελικό της διοργάνωσης) φάνταζε, και ήταν, ανυπέρβλητο. Το τελευταίο ματς με το εθνόσημο το έδωσε στις 10 Ιουλίου του 1994, πάλι με την με Βουλγαρία (1-2) στη Νέα Υόρκη.


Μετά την απόσυρσή του από την ενεργό δράση το 1998, επιχείρησε να βαδίσει τον εξίσου -ίσως και περισσότερο- δύσκολο δρόμο της προπονητικής. Δεν κατάφερε όμως να στεριώσει σε καμία από τις ομάδες που προσελήφθη (Καϊζερσλάουτερν, από την οποία απολύθηκε λίγο πριν υποβιβαστεί στη δεύτερη κατηγορία της Γερμανίας, Ουντερχάκινγκ και Στουτγάρδη, ως βοηθός του Τραπατόνι). Διετέλεσε και πρεσβευτής της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας της πατρίδας του, ενώ συχνά σχολιάζει τα τεκταινόμενα στον χώρο του ποδοσφαίρου για διάφορα μέσα. Τα τελευταία χρόνια είδαν το φως της δημοσιότητας, κάποιες ειδήσεις για οικονομική καταστροφή του, κάτι το οποίο αντιμετώπισε με την συνδρομή κάποιων παλαιών συμπαικτών του.


PALMARES

Περίοδος: Σύλλογος, Συμμετοχές (Γκολ)

Εφηβική καριέρα

  • 1965–1978: Hamburger Sportverein Barmbek-Uhlenhorst von 1923

Επαγγελματική καριέρα

  • 1978–1980: Hamburger Sportverein Barmbek-Uhlenhorst von 1923, 66 (10)
  • 1980/81: 1.Fußball-Club Saarbrücken, 36 (3)
  • 1981–1986: 1. Fußball-Club Kaiserslautern, 154 (34)
  • 1986–1988: Fußball-Club Bayern München, 59 (7)
  • 1988–1992: F.C. Internazionale Milano, 116 (11)
  • 1992/93: Real Zaragoza, 24 (1)
  • 1993–1998: 1. Fußball-Club Kaiserslautern, 120 (9)
Σύνολο καριέρας: 509 (65)
Διεθνής
  • 1980/81: Εθνική Ελπίδων Δυτ. Γερμανίας, 3 (0)
  • 1981–1984: Ολυμπιακή Ομάδα Δυτικής Γερμανίας, 10               (2)
  • 1984–1994: Γερμανία, 86 (8)

Προπονητική καριέρα
  • 2000–2002: 1. Fußball-Club Kaiserslautern
  • 2004/05: Spielvereinigung Unterhaching
  • 2005/06: Verein für Bewegungsspiele Stuttgart 1893 (βοηθός προπονητή)
Τίτλοι

Συλλογικοί

Με την Kaiserslautern
  • Πρωτάθλημα Γερμανίας: 1997/98 και επιλαχών το 1993/94
  • Κύπελλο Γερμανίας: 1995/96
  • Σούπερ Καπ Γερμανίας: φιναλίστ το 1996

Με την Bayern München
  • Πρωτάθλημα Γερμανίας: 1986/87 και επιλαχών το 1987/88
  • Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης: φιναλίστ το 1986/87
  • Σούπερ Καπ Γερμανίας: 1987

Με την Internazionale
  • Πρωτάθλημα Ιταλίας: 1988/89
  • Σούπερ Καπ Ιταλίας: 1989
  • Κύπελλο UEFA: 1990/91

Με την Real Zaragoza
  • Κύπελλο Ισπανίας: φιναλίστ το 1992/93

Διεθνείς
Με την Γερμανία
  • Παγκόσμιο Κύπελλο: 1990 και φιναλίστ το 1986
  • Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα: φιναλίστ το 1992

Προσωπικές Διακρίσεις
  • Μέλος Ενδεκάδας της Διοργάνωσης Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος: 2 (1984, 1992)
  • Παίκτης της Χρονιάς στην Ιταλία από το περιοδικό Guerin Sportivo: 1989
  • Μέλος Ενδεκάδας της Διοργάνωσης Παγκοσμίου Κυπέλλου: 1990
  • Χρυσή Μπάλα: 3η θέση το 1990
ΠΗΓΗ: cobrasports.gr